Την τελευταία του πνοή άφησε το βράδυ της Τετάρτης ο γνωστός στον Ελλαδικό χώρο ποδοσφαιριστής και προπονητής, Τόζα Βεσελίνοβιτς.
Ένας από τους ανθρώπους που γεννήθηκαν με μια μπάλα στα πόδια και στο μυαλό, ένας από τους προπονητές που άφησαν το στίγμα τους στο ελληνικό ποδόσφαιρο, δεν βρίσκεται πια ανάμεσα μας.
Από το 1977, όταν και ήρθε στην Αθήνα για τον Ολυμπιακό μέχρι και την ημέρα που έσβησε ήσυχα στο κρεβάτι του νοσοκομείου, αγάπησε ιδιαίτερα την Ελλάδα και αγαπήθηκε από τους φιλάθλους, όσο λίγοι.
Ο «Σέφε» (σ.σ. δάσκαλος) όπως τον αποκαλούσαν οι συμπατριώτες του, έζησε για 40 χρόνια στο σπίτι που αγόρασε στο Παλαιό Φάληρο, με την αγαπημένη σύζυγο του, Μίλκα.
Ο Τόντορ Βεσελίνοβιτς, περισσότερο γνωστός ως «Τόζα», γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1930 στο Νόβισαντ και στα 15 του χρόνια άρχισε την ποδοσφαιρική του καριέρα στην ομάδα της πόλης του, Βοϊβοντίνα. Αγωνίστηκε στη θέση του επιτελικού μέσου και του κεντρικού επιθετικού, όμως αυτό που τον χαρακτήρισε ήταν η έφεση στο σκοράρισμα, καθώς για τέσσερις περιόδους αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος (1956 με 21 γκολ, 1957 με 28 γκολ, 1958 με 19 γκολ και 1961 με 16 γκολ). Μετά από 16 χρόνια παρουσίας στην Βοϊβοντίνα κι ενώ προηγήθηκαν μικρά διαλείμματα στον Ερυθρό Αστέρα και στην Παρτιζάν Βελιγραδίου (παράλληλα ολοκλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις), έγινε ο πρώτος -τότε- Γιουγκοσλάβος που πήρε μεταγραφή στο εξωτερικό, υπογράφοντας συμβόλαιο συνεργασίας στην Σαμπντόρια. Κατόπιν, αγωνίσθηκε για τρία χρόνια στην Αούστρια Βιένης, για μία περίοδο στην Ουνιόν του Βελγίου και έκλεισε την καριέρα του στην Αούστρια Κλάγκενφουρτ της Αυστρίας, με τα «χρώματα» της οποίας έπαιξε (παράλληλα ήταν βοηθός προπονητή) μέχρι τα 39 χρόνια του. Ο κ.Βεσελίνοβιτς είχε εντυπωσιακή παρουσία και στην εθνική Γιουγκοσλαβίας με την οποία μέτρησε 37 συμμετοχές (1953-1961) και 28 γκολ, με παρουσία σε δύο Παγκόσμια Κύπελλα (1954 και 1958). Μάλιστα στην διοργάνωση του 1958, όπου σημείωσε τρία γκολ, συναντήθηκε με «θρύλους» του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, όπως ο Πελέ, ο Βαβά, ο Ραϊμόν Κοπά και ο Ροζέρ Πιαντονί.
Το 1977 ήρθε στον Ολυμπιακό, παραμένοντας στον πάγκο των Πειραιωτών για τρία χρόνια και αναδεικνύοντας τους μετέπειτα διεθνείς, Νίκο Βαμβακούλα, Πέτρο Ξανθόπουλο, Τάκη Λεμονή και Γιώργο Κοκολάκη. Στην συνέχεια ανέλαβε για 1,5 χρόνο τον Απόλλωνα Αθηνών και ακολουθούν έξι μήνες στην Μιλιονάριος της Κολομβίας. Από το 1982 μέχρι το 1984 καθοδήγησε την εθνική Γιουγκοσλαβίας με την οποία πήγε στο ευρωπαϊκό της Γαλλίας (1984). Σ΄αυτήν την διοργάνωση, ανέδειξε ποδοσφαιρικά τον Ντράγκαν Στόϊκοβιτς, αλλά -μεταξύ άλλων- και τους Βέλιμιρ Ζάετς, Μίλος Σέστιτς, Σρέτσκο Κάτανετς, Σάφετ Σούσιτς και Μεχμέντ Μπαζντάρεβιτς, με τους πρώτους δύο να κάνουν αργότερα, σπουδαία καριέρα και στην Ελλάδα, σε Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό, αντίστοιχα. Η Γιουγκοσλαβία γνώρισε τρεις ήττες στον όμιλο και φυσικά αποκλείστηκε από το κατά γενική ομολογία καλύτερο ευρωπαϊκό της Ιστορίας.
Επόμενος σταθμός στην καριέρα του ήταν η Τουρκία και η Φενερμπαχτσέ. Σε τρία χρόνια, ο κ Βεσελίνοβιτς οδήγησε την «Φενέρ» στην κατάκτηση δύο πρωταθλημάτων, στο ένα εκ των οποίων δημιούργησε ρεκόρ με συγκομιδή 92 βαθμών και παραγωγικότητα 103 γκολ. Ακολούθησε η συνεργασία με την ΑΕΚ (1987-88), η Φενερμπαχτσέ (για μία περίοδο), ενώ εργάστηκε ακόμη, στην Γκαζιαντεπσπορ, στην Καταντζάρο, στην Βοϊβοντίνα, στον Διαγόρα Ρόδου και στην Λεβάντε.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ