Την οπτική της Τουρκίας σε καίρια ζητήματα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, όπως οι τουρκο-ελληνικές και οι τουρκο-ευρωπαϊκές σχέσεις, το Κυπριακό, η τουρκική πολιτική στα Βαλκάνια και την Μ. Ανατολή, δίνει με συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο διευθυντής της εφημερίδας Hurriyet Daily News, Μουράτ Γετκίν.
Ο κ. Γετκίν, όσον αφορά στις τουρκο-ελληνικές σχέσεις δεν θεωρεί ότι οι παραβιάσεις στο Αιγαίο θα μπορούσαν να προκαλέσουν οτιδήποτε σοβαρό, ούτε ότι έχει αλλάξει η πολιτική Τουρκίας και Ελλάδας, ενώ αντιθέτως τονίζει ότι «αυτό που είναι πιο σοβαρό για την ‘Αγκυρα είναι η υπόθεση των 8 Τούρκων στρατιωτικών που διέφυγαν στην Ελλάδα τη νύχτα της προσπάθειας πραξικοπήματος».
Ερωτηθείς για το Κυπριακό, προτάσσει ως “κλειδί” για την επίτευξη λύσης την «πολιτική ισότητα», εκφράζοντας την άποψη ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι «οι Ελληνοκύπριοι δεν θέλουν να δουν τους Τουρκοκύπριους ως ισότιμη οντότητα, αλλά μόνο ως μία μειονότητα».
«Η Τουρκία έχει πολλά να κάνει για την ποιότητα της δημοκρατίας της», αναφέρει σε ό,τι αφορά τις σχέσεις ΕΕ- Τουρκίας, εκτιμώντας ότι «η επικαιροποίηση της τελωνειακής ένωσης θα μπορούσε να συμβάλει στη γεφύρωση του χάσματος μέχρι ένα ορισμένο σημείο, αλλά το πραγματικό χάσμα είναι στον τομέα της πολιτικής.
Η Τουρκία θα πρέπει να συνεχίσει να έχει το βλέμμα της προς τη Δύση με ή χωρίς την ΕΕ», επισημαίνει. Κρίνει, δε, ότι η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό ήταν «το μόνο επιτυχημένο σχέδιο μέχρι τώρα».
Ο κ. Γετκίν, παραδέχεται τη νευρικότητα της Τουρκίας ως προς την εξωτερική της πολιτική, απαριθμώντας τα σοβαρά προβλήματα που έχει ολόγυρα στα σύνορά της, σε αντίθεση, όπως λέει, με την Ελλάδα, η οποία «έχει το σοβαρό της πρόβλημα με την Τουρκία, το οποίο, για να είμαστε ειλικρινείς, δεν είναι στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης του τουρκικού λαού και της πολιτικής».
Για την Συρία εξηγεί, μεταξύ άλλων, ότι «χρειάστηκε πολύς χρόνος για την κυβέρνηση να συνειδητοποιήσει ότι δεν είναι καλoί όλοι οι μουσουλμάνοι που αγωνίζονται εναντίον του ‘Ασαντ. Χρειάστηκαν πολύ καιρό να το κατανοήσουν και οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ, αλλά ήταν η Τουρκία που μοιράστηκε τα σύνορα των 910 χλμ. Και σε εμάς αυτό πήρε τη μορφή τρομοκρατίας».
Αναφορικά με την πολιτική της Τουρκίας στα Βαλκάνια αναφέρει ότι η γειτονική χώρα «δίνει έμφαση στις σχέσεις με τις μουσουλμανικές κοινωνίες στις βαλκανικές χώρες με περισσότερη έμφαση στην πίστη παρά στην εθνότητα», επισημαίνοντας ότι «η απαίτηση για ένα τζαμί στην Αθήνα θα μπορούσε να ειδωθεί σε αυτό το πλαίσιο».
Σχετικά με τις υπερεξουσίες του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αναφέρει ότι εδραιώθηκαν με το δημοψήφισμα του Απριλίου αλλά «δεν ήταν μια καθολική νίκη», καθώς «σχεδόν οι μισοί Τούρκοι ψήφισαν κατά του Ερντογάν παρά την κριτική για άδικες συνθήκες προεκλογικής εκστρατείας και τη δημόσια συζήτηση σχετικά με την καταμέτρηση των ψήφων», ενώ εξηγεί μεταξύ άλλων ότι ορισμένα ζητήματα, όπως «η ανεξαρτησία των δικαστηρίων από την πολιτική συζητούνται στην (τουρκική) κοινωνία».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Μουράτ Γετκίν
Πώς βλέπετε τις τουρκο-ελληνικές σχέσεις μέσα από το πρίσμα της επιθετικής πολιτικής που ασκεί η ‘Αγκυρα, κυρίως το τελευταίο διάστημα, με την αύξηση των παραβιάσεων στον εναέριο χώρο της Ελλάδας και των διεκδικήσεων στο Αιγαίο, την αναθεωρητική ρητορική; Πού αποδίδετε την αναθεωρητική ρητορική Ερντογαν;
Για να είμαι ειλικρινής, δεν βλέπω μια πραγματική αλλαγή ή αναθεώρηση της πολιτικής ούτε στην ελληνική ούτε στην τουρκική πλευρά. Οι παραβιάσεις του εναέριου χώρου δεν είναι κάτι νέο και συμβαίνει και από τις δύο πλευρές. Πιστεύω ότι όσο διάστημα υπάρχουν τα προβλήματα εναέριου χώρου και υφαλοκρηπίδας, θα διαβάζουμε ειδήσεις σχετικά με τις παραβιάσεις.
Επίσης, δεν πιστεύω ότι αυτές οι παραβιάσεις θα προκαλέσουν οτιδήποτε σοβαρό. Αυτό που είναι πιο σοβαρό για την ‘Αγκυρα, είναι η υπόθεση των 8 Τούρκων στρατιωτικών που διέφυγαν στην Ελλάδα τη νύχτα της αιματηρής στρατιωτικής προσπάθειας πραξικοπήματος στις 15 Ιουλίου του 2016.
Ο Ερντογάν ρωτά τι θα σκέφτονταν η ελληνική κυβέρνηση και ο λαός της, αν το ίδιο συνέβαινε στην Ελλάδα και οι στρατιώτες της διέφευγαν στην Τουρκία. Το ερώτημα τέθηκε στον κ. Τσίπρα την περασμένη εβδομάδα και έδωσε την ίδια απάντηση που δόθηκε από τον Ερντογάν όταν ρωτήθηκε για την κατάσταση των δημοσιογράφων και των πολιτικών στη φυλακή: “τα δικαστήρια είναι ανεξάρτητα”.
Πού βαδίζει κατά τη γνώμη σας η Τουρκία μετά το δημοψήφισμα; Τόσο η εσωτερική όσο και η εξωτερική της εικόνα είναι η εικόνα μιας χώρας νευρικής, μη δημοκρατικής, η οποία δημιουργεί ανησυχία και προβληματισμό ως προς τις κινήσεις της.
Ο πρόεδρος Ερντογάν εδραίωσε τις εκτελεστικές εξουσίες του μέσω του δημοψηφίσματος στις 16 Απριλίου, το οποίο του δίνει μεγαλύτερο δικαίωμα λόγου στη δικαστική και τη νομθετική εξουσία, καθώς ανέλαβε επίσης την ηγεσία του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AK Parti), που ίδρυσε. Αυτό σημαίνει επίσης ότι τώρα υπάρχει πολύ περισσότερη ευθύνη και επιβάρυνση στους ώμους του, όχι μόνο για την εξωτερική πολιτική αλλά και για διάφορους τομείς, από την ασφάλεια μέχρι την οικονομία.
Από την άλλη πλευρά, το δημοψήφισμα δεν ήταν μια καθολική νίκη. Σχεδόν οι μισοί Τούρκοι ψήφισαν κατά του Ερντογάν στο δημοψήφισμα, παρά την κριτική για άδικες συνθήκες προεκλογικής εκστρατείας και τη δημόσια συζήτηση σχετικά με την καταμέτρηση των ψήφων.
Η ειρηνική πορεία του ηγέτη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) Κιλιτσντάρογλου από την ‘Αγκυρα στην Κωνσταντινούπολη, 450 χιλιομέτρων απόστασης, έχει δημιουργήσει αντίκτυπο στην κοινωνία, συμπεριλαμβανομένου του AK Parti. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που εφαρμόστηκε αμέσως μετά την απόπειρα πραξικοπήματος και η ανεξαρτησία των δικαστηρίων από την πολιτική συζητιούνται στην κοινωνία.
Η πλειονότητα των ανθρώπων δεν έχει καμία αντίρρηση για το γεγονός ότι οι οπαδοί του Φετουλάχ Γκιουλέν θα πρέπει να τιμωρούνται. Αλλά η έμφαση πρέπει να δοθεί στις διασυνδέσεις τους στην πολιτική και στην ανώτατη γραφειοκρατία παρά στον συμπονετικό δάσκαλο ή τον εργάτη του δήμου.
Μιλώντας για νευρικότητα στην εξωτερική πολιτική, έχετε δίκιο. Η Τουρκία γειτονεύει με δύο σοβαρούς εμφύλιους πολέμους στη Συρία και στο Ιράκ ταυτόχρονα, μια μείζονα κρίση στο βορρά της, τη Ρωσία-Ουκρανία, περισσότερα (σημαντικά) από τις κυριότερες πηγές τρομοκρατικών επιθέσεων και προβλημάτων, χωρίς να ξεχνάμε τη διένεξη Αρμενίων-Αζερών στον Καύκασο και τα κατά καιρούς προβλήματα με το Ιράν. Ενώ η Ελλάδα έχει το σοβαρό της πρόβλημα με την Τουρκία, το οποίο για να είμαστε ειλικρινείς, δεν είναι στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης του τουρκικού λαού και της πολιτικής.
Ποιά είναι η πολιτική της Τουρκίας στα Βαλκάνια και τη Μ.Ανατολή;
Η τουρκική πολιτική στα Βαλκάνια είναι κυρίως σταθερή και δεν αλλάζει πολύ με την αλλαγή των κυβερνήσεων. Δίνει έμφαση στις σχέσεις με τις μουσουλμανικές κοινωνίες στις βαλκανικές χώρες. Φανταστείτε ότι οι Τούρκοι πολίτες με βοσνιακή καταγωγή στην περιοχή της Νεο-Βοσνίας της Κωνσταντινούπολης είναι πιθανώς πιο πολλοί σε σχέση με πολλές πόλεις της Βοσνίας.
Αυτό ισχύει για τους Τούρκους με βουλγαρική καταγωγή. Για τους Αλβανούς και προς την άλλη κατεύθυνση για τους Γεωργιανούς, καθώς επίσης και για τους Κιρκάσιους. Σύμφωνα με το AK Parti, μπορεί να ειπωθεί ότι δίνεται περισσότερη έμφαση στην πίστη παρά στην εθνότητα. Η απαίτηση για ένα τζαμί στην Αθήνα θα μπορούσε να ειδωθεί σε αυτό το πλαίσιο.
Η πολιτική της Μέσης Ανατολής είναι μια άλλη ιστορία. Η Αραβική ‘Ανοιξη έχει διακόψει την παραδοσιακή τουρκική πολιτική στη Μέση Ανατολή. Μιλάμε για το ίδιο AK Parti, του οποίου το ένα τρίτο των βουλευτών ψήφισε μαζί με την αντιπολίτευση για να μην συμμετάσχει στην αμερικανική κατοχή του Ιράκ.
Η καθιερωμένη πολιτική (της Τουρκίας) στη Μέση Ανατολή ήταν να μην εμπλέκεται επίσης στα ενδο-αραβικά θέματα. Στη Συρία είδαμε την κυβέρνηση AK Parti να προσφέρει τη βοήθειά της στις ΗΠΑ για να πολεμήσουν μαζί στο γειτονικό εμφύλιο πόλεμο. Βάζω στην άκρη την πολιτική για το προσφυγικό, η οποία έλαβε υποστήριξη, μιλάω για την πολιτική πλευρά.
Χρειάστηκε πολύς χρόνος για την κυβέρνηση να συνειδητοποιήσει ότι δεν είναι καλoί όλοι οι μουσουλμάνοι που αγωνίζονται εναντίον του ‘Ασαντ. Χρειάστηκαν πολύ καιρό να το κατανοήσουν και οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ, αλλά ήταν η Τουρκία που μοιράστηκε τα σύνορα των 910 χλμ. Και σε εμάς αυτό πήρε τη μορφή τρομοκρατίας.
Πιστεύετε ότι η Τουρκία ενδιαφέρεται για τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό ή έχει γυρίσει σελίδα; Σε ποιο βαθμό θα μπορούσε να επηρεάσει η τελωνειακή ένωσή της με την ΕΕ; Πώς βλέπετε το μέλλον των σχέσεων της χώρας σας με την ΕΕ, τι πιστεύετε ότι θα έπρεπε να κάνει τόσo η μία όσο και η άλλη πλευρά ώστε να γεφυρωθεί η απόσταση που έχει δημιουργηθεί;
Στην πραγματικότητα, τόσο η ΕΕ όσο και η Τουρκία έχουν πολλά πλεονεκτήματα να λάβουν η μία από την άλλη, αλλά καμία από αυτές δεν επιθυμεί να αποδεχθεί την άλλη όπως είναι. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υπάρχει ένα αδιέξοδο τώρα, όπου καμία δεν θέλει να είναι αυτή που θα διακόψει τις σχέσεις, αλλά θα είναι στην ευχάριστη θέση να δει την άλλη να το κάνει.
Η Τουρκία έχει πολλά να κάνει για την ποιότητα της δημοκρατίας της. Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία έχει υποστεί μια σοβαρή διπλή σταθερή πολιτική από τις Βρυξέλλες για δεκαετίες.
Η επικαιροποίηση της τελωνειακής ένωσης θα μπορούσε να συμβάλει στη γεφύρωση του χάσματος μέχρι ένα ορισμένο σημείο, αλλά το πραγματικό χάσμα είναι στον τομέα της πολιτικής. Η Τουρκία θα πρέπει να συνεχίσει να έχει το βλέμμα της προς τη Δύση με ή χωρίς την ΕΕ.
Το προσφυγικό είναι ένα ζήτημα ιδιαίτερα σοβαρό και για την Τουρκία και για την Ελλάδα αλλά και για την ΕΕ. Πώς βλέπεται τη συμφωνία με την ΕΕ στο ζήτημα αυτό;
Νομίζω ότι είναι το μόνο επιτυχημένο σχέδιο μεταξύ της Τουρκίας και της ΕΕ μέχρι τώρα. Η Τουρκία υποστηρίζει ότι έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της για τη συμφωνία και ζητά από την ΕΕ να πράξει το ίδιο, ειδικά όσον αφορά την απελευθέρωση των θεωρήσεων (βίζα) και το άνοιγμα νέων κεφαλαίων.
Τα κεφάλαια συνδέονται βέβαια με πολιτικά κριτήρια αξιολόγησης για την Τουρκία, όπως για παράδειγμα η παρακολούθηση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Τουρκία και φυσικά το μπλοκάρισμα της ελληνοκυπριακής κυβέρνησης.
Βρισκόμαστε λίγες μέρες πριν από την Διάσκεψη στην Ελβετία για το Κυπριακό. Πιστεύετε ότι μπορεί να βρεθεί κοινός τόπος ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία όσον αφορά το θέμα των εγγυήσεων και της ασφάλειας τη στιγμή που οι θέσεις των δύο εγγυητριών δυνάμεων έχουν μεγάλη απόσταση, τόσο όσον αφορά τις εγγυήσεις, δηλαδή τα παρεμβατικά δικαιώματα τρίτης χώρας στην Κύπρο, αλλά και όσον αφορά την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από το νησί;
Η Τουρκία είχε ήδη συμφωνήσει να αποσύρει σταδιακά τα στρατεύματά της από το νησί στο Σχέδιο Ανάν του 2004, το οποίο έγινε αποδεκτό από τους Τουρκοκύπριους αλλά απορρίφθηκε από τους Ελληνοκυπρίους.
Δεν νομίζω ότι αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα. Νομίζω ότι το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι οι Ελληνοκύπριοι δεν θέλουν να δουν τους Τουρκοκύπριους ως ισότιμη οντότητα, αλλά μόνο ως μία μειονότητα.
Νομίζω ότι το κλειδί είναι η πολιτική ισότητα. Μόλις αυτό επιτευχθεί, όλα τα άλλα προβλήματα, από τα στρατεύματα μέχρι τις εγγυήσεις ασφαλείας και το μερίδιο της γης, θα μπορούν να λυθούν μάλλον εύκολα.
Διαβάστε επίσης: «Μιλιέτ»: Καμία πρόθεση να αλλάξει η Τουρκία την αδιάλλακτη στάση της στο Κυπριακό