Αρνήθηκε να χορηγήσει γνωμοδότηση, όπως ζήτησαν η κυβέρνηση και η τρόικα για τη συμβατότητα του Συντάγματος και των περικοπών του συμπληρωματικού Μνημονίου, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτος.
Πρόβλημα, που μπορεί να εξελιχθεί σε σοβαρό και να επηρεάσει ακόμη και την καταβολή της δόσης από τους δανειστές, αλλά και τη συνολική συμφωνία που επιτεύχθηκε στις 15 Ιουνίου στο eurogroup, φαίνεται να προκύπτει στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.
Όπως αποκαλύπτει ο πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής και επικεφαλής της ΕΝΥΠΕΚΚ Αλέξης Μητρόπουλος, το ΝΣΚ «αρνήθηκε να χορηγήσει Γνωμοδότηση, όπως ζήτησαν η κυβέρνηση και η τρόικα για τη συμβατότητα του Συντάγματος και των περικοπών του συμπληρωματικού Μνημονίου (ν. 4472/2017)»!
Το πρόβλημα έγκειται στο γεγονός ότι οι δανειστές έχουν θέσει ως προαπαιτούμενο της συμφωνίας την ξεκάθαρη δέσμευση ότι τα μέτρα που νομοθέτησε η κυβέρνηση τον Μάιο δεν θα ανατραπούν δικαστικά στο μέλλον!
Εφόσον η άρνηση του ΝΣΚ εκληφθεί από τους δανειστές ως ανατροπή των δεδομένων, που συμφωνήθηκαν, τότε δεν αποκλείεται να υπάρξει συνολικότερη εμπλοκή, που θα ξεκινά από καθυστέρηση έως αλλαγή της συμφωνίας.
Η Γνωμοδότηση του ΝΣΚ
Μετά από πίεση των δανειστών η υπουργός Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης απέστειλε το υπ’αριθ. πρωτ. 26153/1961/7.6.2017 έγγραφο ερώτημα προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους αναφορικά με τη συμβατότητα των περικοπών του συμπληρωματικού Μνημονίου (ν. 4472/2017) και ειδικότερα των περικοπών στις συντάξεις με το Ελληνικό Σύνταγμα, την ΕΣΔΑ και το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.
Η Ολομέλεια του ΝΣΚ εξέδωσε σήμερα την υπ’αριθ. 152/2017 Γνωμοδότησή του στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι (παραδοχές 10 και 11):
«10. (…) η δυνατότητα του νομοθέτη να περικόπτει τις ασφαλιστικές παροχές δεν είναι απεριόριστη, αλλά οριοθετείται κατά πρώτον από τις αρχές της κοινωνικής αλληλεγγύης (άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος) και της ισότητας στα δημόσια βάρη (άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος), οι οποίες επιτάσσουν να κατανέμεται εξ ίσου το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής μεταξύ όλων των πολιτών, καθώς και από την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 εδ. 4 του Συντάγματος), σύμφωνα με την οποία το συγκεκριμένο μέτρο πρέπει να είναι πράγματι πρόσφορο και αναγκαίο για την αντιμετώπιση του προβλήματος (…).
11.Σε κάθε δε περίπτωση, η περικοπή των συντάξεων δεν μπορεί να παραβιάζει αυτό που αποτελεί, κατά τα ανωτέρω, τον συνταγματικό πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος, τη χορήγηση δηλαδή στον συνταξιούχο παροχών τέτοιων που να του επιτρέπουν να διαβιώνει με αξιοπρέπεια, εξασφαλίζοντας τους όρους όχι μόνο της φυσικής του υποστάσεως (διατροφή, ένδυση, στέγαση, βασικά οικιακά αγαθά, θέρμανση, υγιεινή και ιατρική περίθαλψη όλων των βαθμίδων), αλλά και της συμμετοχής του στην κοινωνική ζωή, με τρόπο που δεν αφίσταται, πάντως, ουσιωδώς από τις αντίστοιχες συνθήκες του εργασιακού του βίου (βλ. …).»
Και η Ολομέλεια του ΝΣΚ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι:
«Ως προς τις θεσπιζόμενες, με το ν.4472/2017, περικοπές της προσωπικής διαφοράς, της οικογενειακής παροχής και του επιδόματος συζύγου, από 1-1-2019, παρίσταται, ελλείψει των αναγκαίων στοιχείων, αντικειμενικά αδύνατη η διατύπωση ανεπιφύλακτης γνωμοδοτικής άποψης ως προς την αντίθεση ή μη των σχετικών διατάξεων προς κανόνες δικαίου υπέρτερης τυπικής ισχύος.».