Με δεδομένο ότι οι μέλισσες είναι ζωτικοί επικονιαστές των φυτών στη φύση, ό,τι κάνει κακό σε αυτές, έχει επίπτωση στην παραγωγή τροφίμων και άρα τελικά βλάπτει τους ανθρώπους.
Οι δύο πρώτες μεγάλης κλίμακας επιστημονικές έρευνες, που έγιναν σε πραγματικές συνθήκες στην Ευρώπη και στον Καναδά σχετικά με τα νεοκοτινοειδή, επιβεβαίωσαν τις υποψίες: ότι τα εν λόγω ευρέως χρησιμοποιούμενα φυτοφάρμακα μπορούν να βλάψουν σοβαρά τις μέλισσες, τόσο εκείνες των μελισσιών όσο και τις άγριες, μειώνοντας τις δυνατότητες αναπαραγωγής τους και τελικά την πιθανότητα επιβίωσής τους το χειμώνα.
Με δεδομένο ότι οι μέλισσες είναι ζωτικοί επικονιαστές των φυτών στη φύση, ό,τι κάνει κακό σε αυτές, έχει επίπτωση στην παραγωγή τροφίμων και άρα τελικά βλάπτει τους ανθρώπους.
Ήδη από τη δεκαετία του 1990 είχαν εκφρασθεί οι πρώτες υποψίες ότι οι εν λόγω ουσίες που χρησιμοποιούνται διεθνώς στις γεωργικές καλλιέργειες για την προστασία τους, έχουν παρενέργειες στις μέλισσες που κάθονται πάνω στα φυτά. Παρέμεναν, όμως, έως τώρα αβεβαιότητες σχετικά με το πόσο σοβαρό είναι το πρόβλημα – και τώρα υπάρχει πλέον μια απάντηση: είναι όντως σοβαρό και κάτι πρέπει να γίνει, προτού είναι αργά για τις μέλισσες (και δεν πρόκειται μόνο για το μέλι τους, αλλά για όλες τις άλλες πολύτιμες υπηρεσίες τους στα οικοσυστήματα).
Οι δύο έρευνες, που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό “Science”, αποτέλεσαν τα πιο φιλόδοξα έως τώρα πειράματα πεδίου για τις επιπτώσεις των νεοκοτινοειδών, καλύπτοντας 33 τοποθεσίες σε μια συνολική έκταση 2.000 εκταρίων (3.000 γηπέδων ποδοσφαίρου).
Στην Ευρώπη οι μελέτες έλαβαν χώρα στη Βρετανία, στη Γερμανία και στην Ουγγαρία και -όπως και στον Καναδά, που έγινε η δεύτερη μελέτη- διαπίστωσαν ότι τα νεοκοτινοειδή επιφέρουν μείωση στους πληθυσμούς διαφόρων ειδών μελισσών (με μόνη εξαίρεση ένα είδος μέλισσας στη Γερμανία), αλλά και άλλες συνέπειες, όπως μικρότερο προσδόκιμο ζωής, απώλεια των βασιλισσών από τα μελίσσια, γέννηση λιγότερων απογόνων κ.α. Ακόμη μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος για τις μέλισσες, αν τα νεοκοτινοειδή ανακατεύονται με μυκητοκτόνα και άλλα αγροχημικά, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Η ευρωπαϊκή έρευνα εστιάσθηκε στις επιπτώσεις από τη χρήση δύο νεοκοτινοειδών, του clothianidin της Bayer CropScience και του thiamethoxam της Syngenta, οι οποίες και χρηματοδότησαν εν μέρει την έρευνα. Η Bayer, παρά τα νέα ευρήματα, δήλωσε ότι δεν τα θεωρεί πειστικά, ενώ η Syngenta επεσήμανε την περίπτωση της Γερμανίας, όπου οι επιπτώσεις φαίνεται να είναι πολύ μικρότερες. Οι ερευνητές εκτίμησαν ότι όσο λιγότερες αρρώστιες πλήττουν τα μελίσσια και όσα περισσότερα φυτά με άνθη υπάρχουν γύρω από τα μελίσσια (όπως π.χ. στη Γερμανία), τόσο μικρότερη φαίνεται να είναι η επίπτωση των νεοκοτινοειδών στις μέλισσες μιας περιοχής.
Το 2013 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μετά από έκθεση της ευρωπαϊκής εποπτικής Αρχής για τα τρόφιμα (EFSA), επέβαλε προσωρινή απαγόρευση στη χρήση νεοκοτινοειδών. Τώρα, μετά τις νέες μελέτες, είναι πολύ πιθανό να ζητήσει να περιορισθεί περαιτέρω η χρήση τους, υπό την πίεση και διαφόρων περιβαλλοντικών οργανώσεων.
Όμως, αφού η Επιτροπή παρουσιάσει τις νέες προτάσεις της, τα κράτη μέλη της ΕΕ θα ψηφίσουν γι’ αυτές.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Φοβερή αποκάλυψη πρώην πράκτορα της CIA – Υποδύονταν τα UFOs για να…
ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Πανάρχαιος Δίας: Ο παλαιότερος πλανήτης στο ηλιακό μας σύστημα
ΑΚΟΜΗ: Η Κίνα προωθεί προγράμματα με σκοπό να στείλει άνθρωπο στη Σελήνη