Μπαράζ προσφυγών στο Μισθοδικείο ξεκίνησε από τους δικαστές, εισαγγελείς και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που αντιδρούν στις περικοπές των συντάξεών τους, άνω των 2.000 ευρώ…
Η συνολική περικοπή στις εν λόγω συντάξεις, με βάση την εφαρμογή των μνημονίων αλλά και του άρθρου 13 του νόμου 4387/2016, έγινε περίπου σε ποσοστό 74%. Μόνο οι νέες περικοπές των συντάξεων κατ’ επιταγή του νέου ασφαλιστικού νόμου 4387/2016 ανέρχονται σε ποσοστό 40%.
Με τα νέα δεδομένα η μηνιαία σύνταξη των προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας μειώθηκε. Σήμερα το καθαρό ποσό των συντάξεων των προέδρων κυμαίνεται (ανάλογα με τα χρόνια προϋπηρεσίας) από 1.450 έως 1.675 ευρώ.
Την Τρίτη, λοιπόν, αναμένεται να συζητηθεί η αίτηση του πρώην αντιπροέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου Άγγελου Νταή, η οποία κατατέθηκε στο Μισθοδικείο την 1η Οκτωβρίου, ενώ ήδη κατέθεσε αγωγή ο πρώην πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου Νικόλαος Αγγελάρας
Τις επόμενες ημέρες αναμένεται να καταθέσουν, σύμφωνα με πληροφορίες, ο πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Γεώργιος Παναγιωτόπουλος, ο πρόεδρος και η γενική γραμματέας της Ένωσης Συνταξιούχων Δικαστικών Λειτουργών και Λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, Σταμάτιος Γιακουμέλος και Αγγελική Σμυρνιού.
Οι δικαστικοί λειτουργοί στις αγωγές τους επικαλούνται σωρεία νομικών επιχειρημάτων κατά των μειώσεων στις συντάξεις τους.
Ζητούν να ακυρωθεί ο νόμος 4387/2016 ως αντίθετος σε πολλές διατάξεις του Συντάγματος καθώς και στις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές: 1) της ισότητας ενώπιον του νόμου και της ισότητας στα δημόσια βάρη, 2) της αναλογικότητας, 3) της ανταποδοτικότητας, 4) της ασφάλειας δικαίου και 5) της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του κράτους προς τους πολίτες.
Παράλληλα, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι μειώσεις στις συντάξεις των δικαστών παραβιάζουν το πρώτο πρόσθετο πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που προστατεύει την περιουσία, στην έννοια της οποίας περιλαμβάνονται τόσο ο μισθός όσο και η σύνταξη.
Οι νέες περικοπές των συντάξεων δεν είναι μόνο αντίθετες στις συνταγματικές επιταγές, αλλά και στη νομολογία των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας, που προβλέπουν ότι οι συντάξεις πρέπει να κυμαίνονται στο ύψος του 80% των αποδοχών των εν ενεργεία συναδέλφων τους, ανάλογα με τον βαθμό που κατείχαν κατά την ημέρα αποχώρησής τους από το δικαστικό σώμα.
Σε άλλο σημείο των αγωγών τους υπογραμμίζεται ότι οι συνταγματικές επιταγές των άρθρων 2, 17, 25, 28, 87 και 88 παραβιάστηκαν κατάφωρα κατά τη θέσπιση των διατάξεων του νόμου 4387/2016 με τη νέα μείωση στις συντάξεις τους, η οποία καθιστά και δυσανάλογη τη συμμετοχή τους στα δημόσια βάρη, από την άποψη της ισοτιμίας των πολιτών. Εξάλλου, προσθέτουν, ότι το άρθρο 26 του Συντάγματος καθιστά τη δικαστική εξουσία ισότιμη και ισοδύναμη προς τις άλλες δύο εξουσίες.
Οι περικοπές των συντάξεων, υπογραμμίζουν οι πρώην δικαστικοί λειτουργοί, υπερβαίνουν τα όρια που θέτουν οι συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη και οι συντάξεις δεν μπορεί να είναι κατώτερες του 80% των αποδοχών των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών.
Τέλος, επικαλούνται τη νομολογία της Ολομέλειας του ΣτΕ υπογραμμίζοντας ότι η περικοπή δεν μπορεί να παραβιάζει αυτό που αποτελεί τον συνταγματικό πυρήνα «του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος, δηλαδή τη χορήγηση στον συνταξιούχο παροχών τέτοιων που να του επιτρέπουν να διαβιώνει με αξιοπρέπεια, εξασφαλίζονται παράλληλα τους όρους όχι μόνο της φυσικής του υποστάσεως (διατροφή, ένδυση, στέγαση, βασικά οικιακά αγαθά, θέρμανση, υγιεινή και ιατρική περίθαλψη όλων των βαθμίδων), αλλά και της συμμετοχής του στην κοινωνική ζωή με τρόπο που δεν αφίσταται, πάντως, ουσιωδώς από τις αντίστοιχες συνθήκες του εργασιακού βίου».
Διαβάστε επίσης: «Έτσι ρυμουλκήσαμε το θωρηκτό ΑΒΕΡΩΦ» – Ένα ανεπανάληπτο βίντεο