Η 20η Ιουλίου 1974 δεν θα είναι ποτέ μια μέρα όπως οι άλλες. Είναι η μέρα που η ιστορία του νησιού άλλαξε. Η Κερύνεια «βαφτίστηκε» Girne και οι λιγοστοί Έλληνες που περιπλανιούνται στα σοκάκια της είναι επισκέπτες στον τόπο τους.
Η τουρκική εισβολή τα ξημερώματα της 20ης Ιουλίου 1974, θα μπορούσε να αποτραπεί τις πρώτες ώρες, αν δεν είχε προηγηθεί στις 15 Ιουλίου 1974, το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, και η συγκέντρωση των επίλεκτων μονάδων της Κυπριακής Εθνικής Φρουράς στη Λευκωσία, για να στηρίξουν τον γραφικό και επικίνδυνο Νίκο Σαμψών, τον οποίο επέλεξε η χούντα του Ιωαννίδη ως τον εκλεκτό της, για να του απονείμει η ιστορία τον τίτλο του «οκταήμερου Προέδρου».
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που έγραψε στα απομνημονεύματα του ο Τούρκος στρατηγός Μπεντρεντίν Ντεμιρέλ, ο οποίος ήταν ο διοικητής 39ηςΜεραρχίας Πεζικού, η οποία μετείχε στο πρώτο κύμα της απόβασης στις ακτές της Κερύνειας: «Αναρωτιέμαι σήμερα αν τότε εκείνη η ακτή είχε εμπόδια ή ήταν ναρκοθετημένη! Τι θα κάναμε; Ποια άλλη ακτή θα επιλέγαμε και θα ερευνούσαμε; Ήταν ποτέ δυνατόν αφού η επιχείρηση στην Κύπρο θα άρχιζε το πρωί της 20ης Ιουλίου, να ψάχναμε άλλη ακτή και να την ερευνούσαμε κιόλας; Και όμως η προδοσία δεν έθεσε στους Τούρκους ούτε καν αυτί το εμπόδιο. Μια τουφεκιά την ώρα που πατούσαν το πόδι τους στην ακτή.
Παρά, την σχεδόν ανύπαρκτη ελληνική αντίσταση, οι Τούρκοι καθυστέρησαν για ώρες να δημιουργήσουν προγεφύρωμα και να προχωρήσουν στη κατάληψη της Κερύνειας που βρισκόταν μόλις 8 χιλιόμετρα μακριά από την ακτή Πέντεμιλι στην οποία έγινε η απόβαση. Αν υπήρχε στοιχειώδης αντίσταση, είναι σίγουρο ότι οι απώλειες τους θα ήταν τεράστιες και ενδεχομένως το εγχείρημα να έπαιρνε άλλη τροπή. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι το πρώτο βράδυ της 20ης Ιουλίου, οι τουρκικές αποβατικές δυνάμεις βρισκόντουσαν καθηλωμένες σε μια ακτίνα 400 μέτρων στις ακτές και δεν υπήρξε καμία ελληνική αντεπίθεση. Αντιθέτως, οι ελληνικές δυνάμεις χτυπούσαν άλλους στόχους και κατά τις μετακινήσεις τους αντιμετώπιζαν την τουρκική αεροπορία, η οποία κυριαρχούσε πάνω από τη Κύπρο χωρίς καμία ελληνική παρουσία. Ακόμα και τα δύο υποβρύχια που είχε στείλει το ελληνικό Γενικό Επιτελείο Ναυτικού διατάχθηκαν να αλλάξουν πορεία και αντί να χτυπήσουν τον τουρκικό στόλο επέστρεψαν στην Ελλάδα. Η ελληνική αεροπορία, η οποία είχε προμηθευτεί προσφάτως αεροσκάφη Phantoms, δεν έδωσε άδεια απογείωσης και εμπλοκής. Δηλαδή έγιναν όλα όσα έπρεπε για να διευκολυνθεί η τουρκική εισβολή σε μια εποχή που σε Αθήνα και Κύπρο τα ηνία τα κρατούσαν οι στρατιωτικοί, όργανα του Ιωαννίδη.
Παρά την εικόνα διάλυσης στις μάχες που έγιναν, υπήρξαν παραδείγματα πραγματικού ηρωισμού και θυσίας που δυστυχώς δεν ήταν ικανά να ανατρέψουν τη τραγωδία.
Οι πρώτοι νεκροί ήταν ο υποπλοίαρχος Ε. Τσομάκης, από τη Καλλιθέα και οι ναύτες και οι αξιωματικοί δυο παλιών τορπιλακάτων Τ1 και Τ3 που βγήκαν στα ανοικτά της Κερύνειας για να αντιμετωπίσουν τον Τουρκικό αποβατικό στόλο.
Η Ελληνική Δύναμη Κύπρου (ΕΛΔΥΚ) με τεράστιες απώλειες άντεξε στη πρώτη φάση της εισβολής καταφέρνοντας να δημιουργήσει σημαντικό κόστος στις τουρκικές δυνάμεις. Ακόμα και όταν κατά τη περίοδο της εκεχειρίας οι Τούρκοι επιχείρησαν να καταλάβουν το στρατόπεδο, το Γενικό Επιτελείο ζητούσε να μην υπάρξει απάντηση και να τηρηθεί η κατάπαυση του πυρός, κάτι που δεν τήρησαν αυτοβούλως οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες βλέποντας τις τουρκικές δυνάμεις να πλησιάζουν σε απόσταση αναπνοής. Ακολούθησε ο δεύτερος γύρος της εισβολής ο οποίος ήταν καθοριστικός. Η ΕΛΔΥΚ έδωσε άνιση μάχη και αποδεκατίστηκε αφού αφέθηκε χωρίς αεροπορική κάλυψη και κάλυψη πυροβολικού να αντιμετωπίσει μια επίθεση στην οποία οι Τούρκοι έριξαν τις καλύτερες δυνάμεις τους. Ακόμα και σε αυτή τη χαμένη μάχη της ΕΛΔΥΚ βρέθηκαν άνθρωποι όπως ο Μανιάτης λοχαγός Σωτήρης Σταυριανάκος που με νύχια και με δόντια πολέμησαν ακόμα και με ένα πιστόλι εναντίον αρμάτων.
Θα μπορούσε να γίνει αναφορά και σε πολλούς άλλους όπως ο Λοχαγός της ΕΛΔΥΚ Βασίλης Σταμπουλής που έμεινε μέχρι τέλους στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, όταν πια το κατέλαβαν οι Τούρκοι και άρχισαν να αποκεφαλίζουν ακόμα και τα πτώματα, για να φωτογραφηθούν ως ήρωες με τα κεφάλια Ελλήνων. Ο ηρωικός θάνατος, δεν μειώνει σε καμία περίπτωση των ηρωισμό αυτών που επέζησαν και ήταν αρκετοί, όπως ο Αντισυνταγματάρχης Παναγιώτης Σταυρουλόπουλος, ο Ταγματάρχης Γιώργος Παπαμελετίου, ο καταδρομέας Μανώλης Μπικάκης και πολλοί άλλοι που σήμερα δεν είναι στη ζωή, και δεν μπόρεσαν να δουν όσο ζούσαν τις θυσίες των συμπολεμιστών τους να δικαιώνονται.
Δεν ξεχνώ: Η ιστορία πίσω από το σύνθημα και το σύμβολο της διχοτομημένης Κύπρου
Το “Δεν Ξεχνώ”, κυκλοφόρησε σαν αστραπή από τις πρώτες μέρες της τουρκικής κατοχής στην Κύπρο. Τυπωμένο σε τοίχους και αφίσες, σε εφημερίδες και περιοδικά, σε αυτοκόλλητα και τετράδια, βρέθηκε χαραγμένο στη συνείδηση όλων εκείνων που ξεριζώθηκαν από τη γη των πατέρων τους, αλλά και κάθε ελληνικής ψυχής που βίωσε άμεσα ή έμμεσα την τραγωδία του Αττίλα.
Το “Δεν Ξεχνώ” κυκλοφόρησε ορφανό, καθώς επί 42 χρόνια ελάχιστοι ήξεραν ποιος ήταν ο εμπνευστής και δημιουργός του. Ίσως να μην ήταν αναγκαίο μια εικόνα με την Κύπρο ματωμένη στο ύψος της Πράσινης Γραμμής και δύο λέξεις φορτισμένες με όλη την ουσία της συγκυρίας, ήταν ήδη βαρύ φορτίο για να μπορέσει να χωρέσει ακόμα και το όνομα ενός ανθρώπου, πόσω μάλλον όταν αυτός υπήρξε μακριά από τα γεγονότα.
Το “Δεν Ξεχνώ” όμως, ποτέ του δεν υπήρξε ορφανό. Πατέρας αυτού, ο Νίκος Δήμου.
Διαβάστε, επίσης:Μαξίμου: «Η Ελλάδα θα απαντά αποφασιστικά όποτε θίγεται ζήτημα εθνικής κυριαρχίας»