Οι ψαράδες Μπούντι και Γκάουκ έφυγαν από το σπίτι τους μια ώρα πριν ξημερώσει και, αφού φόρτωσαν στο αλιευτικό τους τα δίχτυα για τις γαρίδες, ανοίχτηκαν στη γαλήνια θάλασσα, στα βορειοανατολικά της Τζακάρτας.
Περίπου την ίδια ώρα, στην άλλη πλευρά της ινδονησιακής πρωτεύουσας, οι επιβάτες της πτήσης JT610 της εταιρείας Lion Air έκαναν τσεκ ιν και περνούσαν από τους ελέγχους.
Γύρω στις 6.30 το πρωί, χάθηκαν, μπροστά στα μάτια των δυο ψαράδων.
Το Boeing &37 MAX 8 κυριολεκτικά έπεσε από τον ουρανό, κοντά στο σημείο όπου ψάρευαν οι δύο άνδρες, περίπου 15 χιλιόμετρα από την ακτή – με έναν εκκωφαντικό θόρυβο καθώς συντριβόταν στη θάλασσα.
“Μπορούσε να αισθανθείς την έκρηξη από το ωστικό κύμα στο νερό” είπε ο Γκάουκ, αφηγούμενος τα όσα είδε από την παραλία της Καράβανγκ.
Κατά μήκος της ακτής είχαν αναπτυχθεί δεκάδες αστυνομικοί και ασθενοφόρα, όμως κανείς δεν πίστευε ότι θα βρισκόταν ζωντανός κάποιος από τους 189 επιβάτες της πτήσης JT610. Ο Γιουσούφ Λατίεφ, ο εκπρόσωπος της υπηρεσίας έρευνας και διάσωσης, είπε ότι κατά πάσα πιθανότητα δεν υπάρχουν επιζώντες. Προς το παρόν δεν υπάρχει καμία πληροφορία για τα αίτια του δυστυχήματος.
Οι αερομεταφορές είναι ένας κρίσιμος τομέας για την Ινδονησία, ένα τεράστιο αρχιπέλαγος αποτελούμενο από περισσότερα από 17.000 μεγάλα και μικρά νησιά, που εκτείνεται σε μήκος 5.100 χιλιομέτρων – απόσταση που αντιστοιχεί σε εκείνη μεταξύ Νέας Υόρκης και Λονδίνου. Μολονότι είναι μια από τις γρηγορότερα αναπτυσσόμενες αεροπορικές αγορές παγκοσμίως, η χώρα έχει θρηνήσει πολλά θύματα σε αεροπορικά δυστυχήματα.
Η Lion Air, μια εταιρεία χαμηλού κόστους που κυριαρχεί στην εγχώρια αγορά, έχει περισσότερα από 10 δυστυχήματα στο ενεργητικό της την τελευταία 20ετία. Όμως δεν είχε κανένα θύμα από το 2004. Μέχρι σήμερα.
Ο κυβερνήτης της πτήσης JT610 από την Τζακάρτα για το Πανγκάι Πινάνγκ ήταν ο Μπάβιε Σουνέτζα, ένας 31χρονος Ινδός με καταγωγή από το Νέο Δελχί. Ο Σουνέτζα και ένας Ιταλός επιβάτης ήταν οι μοναδικοί αλλοδαποί που επέβαιναν στο αεροσκάφος. Στον λογαριασμό του στο Linkedin ο Σουνέτζα ανέφερε ότι εργαζόταν για τη Lion Air από το 2011 και είχε περίπου 6.000 ώρες πτήσης. Στο Facebook είχε αναρτήσει φωτογραφίες του, με τη στολή του.
Λίγα λεπτά μετά την απογείωση, στις 6.20, ο Σουνέτζα ανέφερε ότι αντιμετώπιζε κάποιες τεχνικές δυσκολίες και ζήτησε άδεια από τον πύργο ελέγχου να επιστρέψει στο αεροδρόμιο. Τα στοιχεία από τον ιστότοπο FlightRadar24 δείχνουν ότι κάτι πήγε στραβά δύο λεπτά μετά την απογείωση, όταν το αεροπλάνο βρισκόταν σε ύψος 2.000 ποδών (610 μέτρα). Αρχικά έκανε βουτιά 500 ποδών, πήρε κλίση προς τα αριστερά και κατόπιν άρχισε να ανεβαίνει και πάλι, στα 5.000 πόδια. Το σήμα χάθηκε ενώ είχε αναπτύξει ταχύτητα και βρισκόταν περίπου στα 3.650 πόδια.
Το Boeing 737 MAX8 ήταν το πιο πρόσφατο μοντέλο των περίφημων 737 της εταιρείας Boeing – του δημοφιλούς αεροσκάφους που προτιμούν οι εταιρείες χαμηλού κόστους σε όλον τον κόσμο. Το αεροπλάνο της Lion Air ήταν σχεδόν ολοκαίνουριο. Πραγματοποίησε την πρώτη πτήση του στις 15 Αυγούστου και η εταιρεία διαβεβαιώνει ότι ένας μηχανικός, ειδικευμένος στα μοντέλα Boeing, το είχε κρίνει πτητικά ικανό πριν από τη σημερινή πτήση. Ένα αδιευκρίνιστο “τεχνικό ζήτημα” που αντιμετώπισε στο προηγούμενο δρομολόγιό του, από το Μπαλί για την Τζακάρτα, είχε “επιλυθεί σύμφωνα με τις διαδικασίες”.
Η αμερικανική εταιρεία ανακοίνωσε ότι παρέχει τεχνική βοήθεια, κατόπιν αιτήματος και υπό την καθοδήγηση της ινδονησιακής κυβέρνησης.
Στο αεροδρόμιο της Τζακάρτα, είχαν συγκεντρωθεί πολλοί άνθρωποι που περίμεναν να μάθουν κάποιο νέο για τους δικούς τους: μια μητέρα προέτρεπε τον μικρό γιο της “να περιμένει και να είναι γενναίος” ενώ μια άλλη έλεγε στο κοριτσάκι της “να προσεύχεται για τον μπαμπά”.
Τα μοναδικά νέα όμως δεν ήταν καθόλου ενθαρρυντικά. Τα σωστικά συνεργεία βρήκαν μόνο συντρίμμια και διαμελισμένες σορούς στα νερά. Στις φωτογραφίες που έδωσε στη δημοσιότητα η υπηρεσία έρευνας και διάσωσης διακρίνονται διάφορα αντικείμενα που ανήκαν στους επιβάτες, από ταυτότητες, μέχρι μια άδεια οδήγησης και ένα ζευγάρι παιδικά παπουτσάκι.
Ένας από τους επιβάτες, ο 22χρονος Ντέριλ Φίντα Φεμπριάντο, είχε νυμφευθεί πριν από μόλις δύο εβδομάδες και πήγαινε στο Πανγκάι Πινάνγκ για να εργαστεί σε ένα κρουαζιερόπλοιο. Η σύζυγός του, η Λουτφινάνι Έκα Πούτρι, είπε ότι της έστειλε ένα μήνυμα και μια φωτογραφία μέσα από το αεροπλάνο στις 6.12. Τρία λεπτά αργότερα, σταμάτησε να απαντά στα μηνύματά της. Οι δυο τους είχαν μεγαλώσει μαζί από παιδιά, είπε στους δημοσιογράφους, δείχνοντας μια φωτογραφία του πρόσφατου γάμου της. “Όταν είδα τις ειδήσεις, διασταύρωσα τον αριθμό πτήσης με τη φωτογραφία του εισιτηρίου που μου είχε στείλει ο Ντέριλ. Κι έβαλα τα κλάματα”, είπε η νεαρή γυναίκα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ