Η συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση σηματοδοτεί την συμπόρευση των προοδευτικών αριστερών δυνάμεων του τόπου και ήταν απολύτως αναμενόμενη εξέλιξη, για να δοθούν άμεσα εφικτές λύσεις στα προβλήματα της κοινωνίας και να ηττηθεί η συντηρητική δεξιά και η ακροδεξιά τονίζει σε συνέντευξη που έδωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του κόμματος, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, την επομένη της ορκωμοσίας του στη θέση του υπουργού Τουρισμού. Αποδίδει δε, την αντίδραση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ χωρίς καν σοβαρά πολιτικά επιχειρήματα, όπως αναφέρει, στην αποδυνάμωση του αφηγήματος τους και την αποκάλυψη της δικής τους στρατηγικής σύμπλευσης, που προκάλεσε αυτή η πολιτική κίνηση.
Ο κ. Θεοχαρόπουλος τονίζει ότι στην Ελλάδα η πλειοψηφία του προοδευτικού χώρου θα εκφρασθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ενώ αντίθετα το ΠΑΣΟΚ/Κίνημα Αλλαγής βάζει ως στόχο την στρατηγική ήττα της αριστεράς δηλαδή την στρατηγική νίκη της δεξιάς καθώς εξελίχθηκε σ’ ένα περίκλειστο κόμμα, μακριά από τους προσανατολισμούς ακόμη και της ίδιας της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Χαρακτηρίζει μάλιστα “ παρά φύσιν” την «στρατηγική συμπόρευση του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ με τη δεξιά και τη ΝΔ και την κοινή στάση τους σε όλα τα κορυφαία ζητήματα πολιτικής».
Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης που παραχώρησε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο πρόεδρος της ΔΗΜ.ΑΡ. και υπουργός Τουρισμού Θ. Θεοχαρόπουλος.
1. Τι σηματοδοτεί αυτή τη χρονική στιγμή η συμμετοχή της Δημοκρατικής Αριστεράς και η δική σας στην κυβέρνηση;
Την αποφασιστικότητά μας να προωθηθεί από εδώ και στο εξής η Προοδευτική Συμμαχία σε όλα τα επίπεδα και στο πεδίο της εφαρμοσμένης πολιτικής.
Την προσήλωση όλων μας, και κυρίως του Αλέξη Τσίπρα, στην Προοδευτική Συμμαχία.
Σηματοδοτεί με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τη συμπόρευση των προοδευτικών αριστερών δυνάμεων του τόπου για να δοθούν άμεσα εφικτές λύσεις στα προβλήματα της κοινωνίας.
Στο ερώτημα που τίθεται γιατί τώρα, η απάντηση είναι γιατί τώρα έχουν διαμορφωθεί οι προϋποθέσεις για τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση προοδευτικών, κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων για να πάει η χώρα μπροστά.
Τα όσα έχουν διαδραματισθεί το τελευταίο διάστημα στην χώρα μας, με την έξαρση ενός νέου εθνολαϊκισμού, έφεραν στο προσκήνιο με τον πιο έντονο τρόπο τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ προόδου και συντήρησης και με τον ΣΥΡΙΖΑ βρεθήκαμε μαζί στην ίδια προοδευτική πλευρά.
Η αποχώρηση των ΑΝΕΛ και του Πάνου Καμμένου από την κυβέρνηση, ενός δεξιού εθνικολαϊκιστικού κόμματος, άνοιξε το δρόμο για μια κυβέρνηση της αριστεράς χωρίς αλλοιώσεις της φυσιογνωμίας της σε βασικά θέματα όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής.
Κυρίως όμως ήταν η κοινή βούλησή μας και η αποφασιστικότητα του Αλέξη Τσίπρα για την προώθηση μίας ενωτικής διαδικασίας προοδευτικής συμπαράταξης για να ηττηθεί η συντηρητική δεξιά και η ακροδεξιά που έθεσαν τις βάσεις της συμπόρευσης μας.
Η αντίδραση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ με πανομοιότυπα σχόλια παραπολιτικού επιπέδου χωρίς καν να μπορούν να αρθρώσουν σοβαρά πολιτικά επιχειρήματα δείχνει ότι τους χαλάσαμε το αφήγημα και αποκαλύφθηκε η δική τους στρατηγική σύμπλευση.
Σήμερα όμως για να βγει η χώρα οριστικά από την κρίση χρειάζεται να γίνουν πολλά ακόμη και κυρίως να προωθηθεί άμεσα μία πραγματικά προοδευτική ατζέντα σε όλους τους τομείς πολιτικής. Για αυτό αναλαμβάνουμε ευθύνες στα δύσκολα. Γιατί πάντοτε η αριστερά ήταν για τα δύσκολα. Για αυτό αφήσαμε στην άκρη υπαρκτές διαφορές μας για το παρελθόν και για πολιτικές που ασκήθηκαν. Αυτό που μας ενώνει είναι το παρόν και το μέλλον για την ανάγκη ανάδειξης μιας προοδευτικής ταυτότητας με ισχυρό κοινωνικό πρόσημο. Μιας σύγχρονης αριστερής πρότασης διακυβέρνησης, σε Ελλάδα και Ευρώπη.
2. Στις σημερινές συνθήκες και στο δρόμο προς τις εκλογές τι διαφορετικό έχει να προσφέρει η Προοδευτική Συμμαχία;
Ήταν απολύτως αναγκαία. Γιατί η ακροδεξιά δεν χτυπά απλώς την πόρτα μας, έχει ήδη εισβάλλει μέσα στο κοινό ευρωπαϊκό μας σπίτι ενώ επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την ατζέντα παραδοσιακών δυνάμεων της κεντροδεξιάς. Πρέπει αποφασιστικά να την αντιμετωπίσουμε. Στην Ελλάδα, ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός, όπως αποτυπώνεται στις θέσεις και στο πρόγραμμα της ΝΔ, επιδιώκει να εφαρμόσει όσα δεν τόλμησε το Μνημόνιο. Φορολογικές ελαφρύνσεις στο μεγάλο κεφάλαιο και τους έχοντες σε βάρος του κοινωνικού κράτους. Διάλυση των εργασιακών σχέσεων, απολύσεις χωρίς όριο και αποζημίωση, ρευστοποίηση του ωραρίου, συρρίκνωση του κράτους και εκχώρηση παιδείας και υγείας στους ιδιώτες. Χαρακτηριστική των γενικότερων προθέσεων της ΝΔ είναι η υποστήριξη που παρέχει στον υπερσυντηρητικό Μάνφρεντ Βέμπερ για τη νευραλγική θέση του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Μια υποστήριξη που θα βλάψει πέραν των άλλων και τα ελληνικά συμφέροντα μέσα στην ΕΕ, όπως αποδεικνύει το πρόσφατο παρελθόν του υποψηφίου.
Πολλά κόμματα της ευρωπαϊκής δεξιάς, για να επιβιώσουν εκλογικά, υιοθετούν την ακροδεξιά ατζέντα ενισχύοντας ακόμη περισσότερο αυτή την τάση. Το βλέπουμε και στη χώρα μας, με τη ΝΔ που διολισθαίνει σε όλο και πιο σκληρές δεξιές απόψεις τόσο στα εθνικά θέματα όσο και σε θέματα οικονομίας, λειτουργίας του κράτους και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Η απάντηση των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων πρέπει να είναι άμεση και αποτελεσματική, με μια ισχυρή προοδευτική συμμαχία απέναντι στο νεοφιλελευθερισμό, την ακροδεξιά και τις συντηρητικές δυνάμεις. Με προώθηση πολιτικών ενίσχυσης της κοινωνικής δικαιοσύνης και των εργασιακών δικαιωμάτων, ανασυγκρότησης του κοινωνικού κράτους, θωράκισης της δημοκρατίας.
Δεν υπάρχει η πολυτέλεια για να γίνει αυτή η προοδευτική συμμαχία αργότερα. Η προεκλογική συμπόρευση είναι απαραίτητη για να διαμορφωθεί ένας ισχυρός προοδευτικός πόλος, για να επικρατήσουν οι προοδευτικές δυνάμεις της αριστεράς και όχι της δεξιάς.
Το ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι αν θα συμβάλουμε όλοι μας στην ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου. Από την πλευρά μας, επιλέξαμε να μείνουμε σταθεροί στο δρόμο της ανασυγκρότησης της προοδευτικής παράταξης.
Δεν υπάρχει αμφιβολία βέβαια ότι σε κάθε χώρα το στοίχημα είναι το πώς, ποιες δυνάμεις και με ποια συμμαχία θα εκφρασθεί η πλειοψηφία του προοδευτικού χώρου. Στην χώρα μας η απάντηση αυτή έχει ήδη δοθεί από την πλειοψηφία των προοδευτικών πολιτών και λέγεται ΣΥΡΙΖΑ-ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ.
Το ΠΑΣΟΚ/Κίνημα Αλλαγής όχι μόνο αρνείται να συμβάλλει αλλά σε αυτή την κρίσιμη για την χώρα μας και για όλη την Ευρώπη περίοδο με μια βαθιά ανιστόρητη θέση βάζει ως στόχο την στρατηγική ήττα της αριστεράς δηλαδή την στρατηγική νίκη της δεξιάς. Εξελίχθηκε σ’ ένα περίκλειστο κόμμα, μακριά από τους προσανατολισμούς ακόμη και της ίδιας της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας.
Αντίθετα η απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα για μία προοδευτική συμμαχία με όρους μέλλοντος απελευθέρωσε προοδευτικές δυνάμεις και διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις σε επίπεδο προγραμματικών θέσεων για την σύγκλιση ευρύτατων προοδευτικών κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, στη βάση συγκεκριμένης προγραμματικής ατζέντας, ώστε να επηρεαστούν αποφασιστικά οι πολιτικές. Γιατί μόνο τότε το αποτέλεσμα είναι θετικό για την κοινωνία.
3. Ήταν “ κεραυνός εν αιθρία” ή φυσιολογική εξέλιξη η συμπόρευση της Δημοκρατικής Αριστεράς με τον Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς;
Σε μια οποιαδήποτε χώρα που δεν έχει χαθεί η κοινή λογική η συμπόρευση δύο κομμάτων της αριστεράς, της ριζοσπαστικής αριστεράς και της ανανεωτικής αριστεράς, όχι μόνο δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη αλλά την απολύτως αναμενόμενη εξέλιξη. Πόσο μάλλον δε που στο νέο πολιτικό περιβάλλον η διαχωριστική γραμμή αριστεράς – δεξιάς είναι ακόμη πιο ξεκάθαρη και καθορίζει τις πολιτικές συγκλίσεις και αντιπαραθέσεις.
“Κεραυνός εν αιθρία” για τους προοδευτικούς πολίτες είναι η “παρά φύσιν” στρατηγική συμπόρευση του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ με τη δεξιά και τη ΝΔ και η κοινή στάση τους σε όλα τα κορυφαία ζητήματα πολιτικής.
Αντίθετα, με τον ΣΥΡΙΖΑ έχουμε ψηφίσει από κοινού προοδευτικές λύσεις και σε κορυφαία ζητήματα πολιτικής, μακριά από ετεροπροσδιορισμούς, σκοπιμότητες και τακτικισμούς. Στο πλαίσιο αυτό, ψηφίσαμε από κοινού την απλή αναλογική, τα νομοσχέδια που αφορούσαν τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη μη περικοπή συντάξεων, το κοινωνικό μέρισμα, την διεύρυνση ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, την αναθεώρηση του άρθρου 3 του Συντάγματος, έστω κι αν αποτελούσε ένα μικρό βήμα για τον αναγκαίο διαχωρισμό των σχέσεων κράτους – εκκλησίας, και τη Συμφωνία των Πρεσπών, την ώρα που άλλες πολιτικές δυνάμεις, που αυτοπροσδιορίζονται και ως προοδευτικές, φλερτάρουν συστηματικά με νεοσυντηρητικές και εσωστρεφείς αντιλήψεις.
Αυτά που μας ενώνουν σήμερα είναι πολύ περισσότερα από ορισμένες διαφορές μας στο παρελθόν. Αυτό που μας ενώνει είναι το παρόν και το μέλλον για την ανάγκη ανάδειξης μιας προοδευτικής ταυτότητας με ισχυρό κοινωνικό πρόσημο.