Έφη Αχτσιόγλου: Τιμωρητική για τους εργαζομένους η πολιτική της κυβέρνησης

«Βαθιά τιμωρητική για τους εργαζομένους» χαρακτηρίζει την πολιτική της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά τα εργασιακά η τομεάρχης Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης του ΣΥΡΙΖΑ, Έφη Αχτσιόγλου σε συνέντευξή της στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Σχολιάζοντας την πρόσφατη κατάργηση του «βάσιμου λόγου» απόλυσης η κυρία Αχτσιόγλου υποστηρίζει ότι ο «ισχυρισμός» του υπουργού Εργασίας Γιάννη Βρούτση περί «”ηλεκτρονικού φακελώματος” των εργαζομένων είναι όχι μόνο ψευδής αλλά και επικίνδυνος».

Η αρμόδια τομεάρχης του ΣΥΡΙΖΑ τονίζει μιλώντας στο Πρακτορείο ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση αποτελεί ευρωπαϊκή νομική παράδοση, ενώ η στάση της κυβέρνησης «επιχειρεί να καλλιεργήσει ένα κλίμα φόβου σε βάρος όποιου αντιδρά σε καταχρηστικές και παραβατικές εργοδοτικές πρακτικές».

«Στην ίδια κατεύθυνση ήταν η υποβάθμιση του ΣΕΠΕ, η κατάργηση και μάλιστα αναδρομικά των διατάξεων για την προστασία των εργαζομένων στις εργολαβίες και για τις θετικές προθεσμίες σε όσους διεκδικούν δεδουλευμένα και δικαιώματα μέσω του ΣΕΠΕ […] Είναι κινήσεις που τιμωρούν τους εργαζόμενους και υποβαθμίζουν τη θέση τους».

Όσον αφορά στην επικείμενη παρουσία του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, όπου θα παρουσιαστεί το πρόγραμμα της κυβέρνησης, η κυρία Αχτσιόγλου σημειώνει χαρακτηριστικά μέσω του ΑΠΕ/ΜΠΕ: «Δεν αναμένω από τον πρωθυπουργό να εκπλήξει κανέναν. Το στίγμα της κυβέρνησης έχει δοθεί. Οι φοροελαφρύνσεις ευνοούν πολύ περισσότερο τους λίγους και πλουσιότερους απ’ ό,τι τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα, ενώ οι εργαζόμενοι δέχτηκαν ήδη τα πρώτα ισχυρά πλήγματα στα δικαιώματά τους».

Η Ε. Αχτσιόγλου σημειώνει ακόμη ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα επιδιώξει να έχει μαχητική πολιτική εντός και εκτός Βουλής και στόχος είναι, μέσα από το Συνέδριο για την αναμόρφωσή του, να αναπτύξει «ισχυρότερους δεσμούς με την κοινωνία, στοιχείο ταυτοτικό για ένα κόμμα της αριστεράς».

Αναφορικά με το ενδεχόμενο πρόσκλησης στο Κίνημα Αλλαγής, η κυρία Αχτσιόγλου κατηγορεί την ηγεσία του ότι ταυτίζεται «με τη ΝΔ σε κεντρικά ζητήματα, το έχει οδηγήσει σε μία σαφή πορεία απομάκρυνσης από το χώρο των προοδευτικών δυνάμεων».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης της τομεάρχη Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης του ΣΥΡΙΖΑ, Έφης Αχτσιόγλου στην Νεκταρία Σταμούλη για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:

Ερ.: Υπεγράφη αυτήν την εβδομάδα από τον υπουργό Εργασίας η εγκύκλιος για την κατάργηση του «βάσιμου λόγου» απόλυσης. Δε θα μπορούσε εν τέλει να χρησιμοποιηθεί εκδικητικά ή να στιγματίσει τον εργαζόμενο αυτή η ρύθμιση, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση;

Απ.: Όχι, σε καμία περίπτωση. Ο ισχυρισμός του κυρίου Βρούτση περί «ηλεκτρονικού φακελώματος» των εργαζομένων είναι όχι μόνο ψευδής αλλά και επικίνδυνος. Είναι ψευδής διότι ο εργοδότης δεν έχει πρόσβαση στα στοιχεία του εργαζομένου. Είναι όμως και επικίνδυνος καθώς επιχειρεί να καλλιεργήσει ένα κλίμα φόβου σε βάρος όποιου αντιδρά σε καταχρηστικές και παραβατικές εργοδοτικές πρακτικές. Η απόδειξη του βάσιμου λόγου και η αιτιολόγηση των απολύσεων ήταν μία υποχρέωση του εργοδότη, την οποία η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ θέσπισε κατ’ εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη. Επομένως, δεν ήταν μια «παγκόσμια πρωτοτυπία» όπως παρουσιάστηκε από τον κύριο Βρούτση για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, αλλά ευρωπαϊκή νομική παράδοση. Η ρύθμιση έβαζε φραγμό στις αυθαίρετες και καταχρηστικές απολύσεις. Αυτόν το φραγμό η κυβέρνηση της ΝΔ τον κατήργησε, διευκολύνοντας τις απολύσεις και ενισχύοντας τα φαινόμενα εργοδοτικής αυθαιρεσίας. Πλέον, οι εργαζόμενοι όχι μόνο θα απολύονται χωρίς καμία εξήγηση αλλά δεν θα έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν την επαναπρόσληψή τους λόγω της αναιτιολόγητης και χωρίς βάσιμο λόγο απόλυσης.

Το ότι η ΝΔ και ο κ. Βρούτσης θα καταργούσαν εργατικά δικαιώματα και μέτρα προστασίας των εργαζομένων ήταν δυστυχώς αναμενόμενο. Αυτό όμως που είναι πραγματικά επαίσχυντο είναι να χρησιμοποιούν τερατώδη ψέματα προσβάλλοντας τον κοινό νου για να δικαιολογήσουν τη στάση τους. Μία στάση που σημειωτέον χαρακτηρίζεται και από βαθιά υποκρισία, γιατί ως αντιπολίτευση η ΝΔ και ο ίδιος ο κ. Βρούτσης είχαν υπερψηφίσει τη διάταξη για τον βάσιμο λόγο. Εξάλλου, στην ίδια κατεύθυνση ήταν η υποβάθμιση του ΣΕΠΕ, η κατάργηση και μάλιστα αναδρομικά (!) των διατάξεων για την προστασία των εργαζομένων στις εργολαβίες και για τις θετικές προθεσμίες σε όσους διεκδικούν δεδουλευμένα και δικαιώματα μέσω του ΣΕΠΕ. Μια τακτική βαθιά τιμωρητική για τους εργαζόμενους, την οποία η κυβέρνηση ξεκίνησε χωρίς να χάσει χρόνο και με διαδικασίες προσβλητικές για τη λειτουργία του Κοινοβουλίου και τη δημοκρατία.

Ερ.: Περιμένετε ανατροπές στα εργασιακά από την κυβέρνηση; Σε ό,τι αφορά στον «νόμο Κατρούγκαλου» υπάρχουν ζητήματα που θα μπορούσαν να βελτιωθούν ή να αλλάξουν;

Απ.: Δεν περιμένω, οι ανατροπές είναι ήδη συντελεσμένες και το αποδεικνύουν τα μέτρα στα οποία προαναφέρθηκα. Είναι κινήσεις που τιμωρούν τους εργαζόμενους και υποβαθμίζουν τη θέση τους. Δεν ξέρω αν θα υπάρξουν και άλλες ανατροπές. Δεν είναι τυχαίο, για παράδειγμα, ότι ο κ. Βρούτσης δεν έχει τοποθετηθεί καν για τη δικαστική προσφυγή και την απαίτηση του ΣΕΒ να καταργηθούν οι τριετίες στον αυξημένο κατώτατο μισθό που εγγυήθηκε η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Όσον αφορά τον ν. 4387/2016, γνωστό ως «νόμο Κατρούγκαλου», θα πρέπει να επισημάνω τα εξής: με τη μεγάλη αυτή μεταρρύθμιση, το καταρρέον δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης στάθηκε ξανά στα πόδια του, απέκτησε πλεονασματική λειτουργία, έθεσε ενιαίους κανόνες για όλους τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους βάζοντας τέλος στα κατακερματισμένα συστήματα, τις πελατειακές και άδικες ρυθμίσεις του παρελθόντος. Χάρη στο σύστημα αυτό οι εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών μειώθηκαν, μπήκε οριστικό τέλος στις οριζόντιες περικοπές των συντάξεων που από το 2010 και μετά είχαν γίνει κανόνας, ενώ από φέτος 620.000 χαμηλοσυνταξιούχοι είδαν αυξήσεις μετά από μία δεκαετία. Προφανώς βελτιωτικές παρεμβάσεις μπορούν και πρέπει να γίνονται, όπως εξάλλου κάναμε κι εμείς τα τελευταία χρόνια. Σας θυμίζω ενδεικτικά την παρέμβασή μας για τις συντάξεις χηρείας αλλά και τη μείωση των εισφορών των ελευθέρων επαγγελματιών μεσαίων εισοδημάτων. Όμως, οι βελτιωτικές παρεμβάσεις μπορούν να γίνουν μόνο από μια κυβέρνηση η οποία πιστεύει και υπηρετεί το δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, πιστεύει στον αναδιανεμητικό και συνάμα ανταποδοτικό χαρακτήρα του συστήματος και ασπάζεται τη φιλοσοφία της μεταρρύθμισης που εδράζεται στην αρχή της ισονομίας. Δεν μπορεί να βελτιωθεί από μια κυβέρνηση, όπως αυτή της ΝΔ, η οποία λοιδορεί καθημερινά με fake news το δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και δεν χάνει ευκαιρία να διαφημίζει την ιδιωτική ασφάλιση.

Εδώ και καιρό δεν ακούμε τη ΝΔ να διατείνεται ότι θα καταργήσει τον «νόμο Κατρούγκαλου», τον οποίο βέβαια μέχρι στιγμής εφαρμόζει, χωρίς να έχει τη στοιχειώδη εντιμότητα να λέει με τι θα τον αντικαταστήσει; Θα επαναφέρει για παράδειγμα τις κλάσεις στις εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών; Ταυτόχρονα, επιδίδεται σε μία χυδαία προσπάθεια απαξίωσης της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης με ψεύδη όπως αυτό για τη δήθεν καταβολή «συντάξεων 24.000 ευρώ», τα οποία μπορεί να καταρρέουν μέσα σε λίγες μέρες αλλά καταδεικνύουν εμφατικά το εξής βαθιά προβληματικό: ότι η νέα κυβέρνηση εχθρεύεται κάθε τι δημόσιο. Για αυτό δεν μπορεί να λειτουργήσει τελικά προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας.

Ερ.: Ποιες αναμένετε να είναι οι βασικές οικονομικές εξαγγελίες της κυβέρνησης εν όψει ΔΕΘ; Δεδομένου του ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως έχετε επισημάνει πολλές φορές, άφησε τα ταμεία γεμάτα, δε θεωρείτε υπερβολικές τις προβλέψεις για νέα μέτρα;

Απ.: Το ότι υπάρχουν πλέον ισχυρά ταμειακά διαθέσιμα στη χώρα, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν δημοσιονομικοί περιορισμοί. Για να το πω πιο καθαρά, ο,τιδήποτε ξοδεύεις καταγράφεται ως δαπάνη στον κρατικό προϋπολογισμό, η οποία πρέπει να βρίσκεται σε συγκεκριμένη ισορροπία με τα έσοδα του κράτους προκειμένου να επιτυγχάνονται τα πρωτογενή πλεονάσματα, για τα οποία είμαστε δεσμευμένοι. Το ίδιο ισχύει και αν θέλεις να μειώσεις τα έσοδα του κράτους (π.χ. μέσω μείωσης φορολογίας). Και πάλι πρέπει να υπάρχει συγκεκριμένη ισορροπία για να επιτυγχάνονται οι στόχοι των πλεονασμάτων. Για αυτό το ζήτημα της μείωσης των στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων είναι κορυφαίας σημασίας. Διότι είναι κρίσιμο να έχεις ταμειακά διαθέσιμα αλλά είναι κρισιμότερο να μπορείς να τα ξοδέψεις: είτε με τη μορφή των δαπανών είτε με τη μορφή της μείωσης των εσόδων (όπως η μείωση της φορολογίας). Γι’ αυτό η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, όπως θυμάστε, είχε δημιουργήσει τον καταπιστευτικό λογαριασμό μέσω του οποίου μπορούσαμε να μειώσουμε τους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων αυτόματα κατά 1% για τα επόμενα χρόνια. Γεγονός που θα μας έδινε το δημοσιονομικό χώρο να προχωρήσουμε σε μειώσεις φορολογίας και ενίσχυση κοινωνικών δαπανών.

Η κυβέρνηση της ΝΔ αντιθέτως αρνήθηκε ακόμη και να συζητήσει τη στρατηγική αυτή, κρατώντας τη χώρα δεσμευμένη στο στόχο για 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα για τα επόμενα χρόνια, δηλώνοντας μάλιστα ξεκάθαρα ότι προτίθεται να τον τηρήσει. Με αυτό το δεδομένο και με βασικό εξαγγελθέν μέτρο τη ραγδαία μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων δημιουργείται ένα δημοσιονομικό κενό της τάξης των 1,8 δισ. ευρώ το 2020. Αυτό το κενό οφείλει ο πρωθυπουργός να απαντήσει πώς θα το καλύψει, τι θα κόψει και από πού. Μία απάντηση που δεν δόθηκε κατά τις προγραμματικές δηλώσεις ούτε από τον ίδιο ούτε από τους υπουργούς του. Αναφορικά με τη ΔΕΘ, δεν αναμένω από τον πρωθυπουργό να εκπλήξει κανέναν. Το στίγμα της κυβέρνησης έχει δοθεί. Οι φοροελαφρύνσεις ευνοούν πολύ περισσότερο τους λίγους και πλουσιότερους απ’ ό,τι τα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα, ενώ οι εργαζόμενοι δέχτηκαν ήδη τα πρώτα ισχυρά πλήγματα στα δικαιώματά τους. Οι διακηρύξεις περί επιτελικού κράτους αποδείχτηκαν στην πράξη ότι ήταν η μετατροπή του σε έναν συγκεντρωτικό μηχανισμό με έντονα αυταρχικό χαρακτήρα, με κριτήρια μικροκομματικά, εξυπηρέτησης ημετέρων και συγκεκριμένων μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων. Ίσως οι τελευταίοι να είναι ιδιαίτερα ανυπόμονοι για τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ και να έχουν τους λόγους τους.

Ερ.: Διαβλέπετε πιθανότητες συγκλίσεων ή συναινέσεων με την κυβέρνηση σε μεγάλα ζητήματα όπως είναι η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, η Συνταγματική Αναθεώρηση και ο εκλογικός νόμος;

Απ.: Αντικειμενικά, οι πολιτικές επιλογές, τα μέτρα και οι στοχεύσεις της κυβέρνησης δεν αφήνουν περιθώρια συγκλίσεων ή συναινέσεων με τον ΣΥΡΙΖΑ. Για παράδειγμα οι αντιδραστικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις που επιδιώκει η ΝΔ και η κατάργηση της απλής αναλογικής, βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με τις θέσεις και την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Δείτε πόσο αυταρχικά και χωρίς κανέναν σεβασμό στην ίδια την ψήφο των πολιτών αντιμετώπισε η κυβέρνηση την απλή αναλογική στην τοπική αυτοδιοίκηση. Δείτε πως για να καταργήσει το άσυλο σπίλωσε τα δημόσια πανεπιστήμια. Δείτε πως μέσα σε λίγες μέρες εγκαθίδρυσε ένα βαθύ κομματικό κράτος: από τον πρόεδρο της ΕΡΤ μέχρι την κατάργηση της επιλογής των γενικών γραμματέων των υπουργείων μέσω ΑΣΕΠ και την κατάργηση του γενικού επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης. Λίγες μέρες ήταν αρκετές για να δείξει το αυταρχικό της πρόσωπο η νέα κυβέρνηση. Από την πλευρά μας θα ασκήσουμε μαχητική και προγραμματική αντιπολίτευση εντός και εκτός Βουλής. Αυτή η αντιπολίτευση, με βάση τις θέσεις και τις αρχές μας, είναι η εντολή που μας έδωσε σχεδόν το 32% των πολιτών και δεν μπορούμε παρά να την τιμήσουμε.

Ερ.: O ΣΥΡΙΖΑ ετοιμάζεται για το συνέδριο που στόχο έχει το μετασχηματισμό του κόμματος. Πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει άμεσα ακόμα και στο τέλος του φθινοπώρου ή αργότερα την άνοιξη; Το άνοιγμα του κόμματος και η εγγραφή νέων μελών είναι μια διαδικασία που πρέπει να γίνει πριν ή μετά το συνέδριο;

Απ.: Τα ζητήματα σχετικά με τη διεξαγωγή του συνεδρίου θα αποφασιστούν από τα συλλογικά όργανα του ΣΥΡΙΖΑ. Η εγγραφή νέων μελών θα εντατικοποιηθεί στην πορεία προς το συνέδριο. Η ουσία πάντως είναι να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε τους πολίτες που κοιτάζουν προς τον ΣΥΡΙΖΑ με ελπίδα και προσδοκία, να κατανοήσουμε καλύτερα τις ανάγκες τους, να μιλήσουμε ξανά για τη σημασία και τις μορφές της συμμετοχής, κι αυτό ίσως είναι το πιο δύσκολο σε μια εποχή που η κομματική ένταξη μόνο ελκυστική δεν μοιάζει. Στόχος μας είναι να εξελιχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ σε ένα μαζικό και ανοιχτό κόμμα που θα εκφράζει τις ανησυχίες, τις προσδοκίες και τις ανάγκες του κόσμου της εργασίας, της νεολαίας, των προοδευτικών πολιτών. Και μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία να αναπτύξει τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρότερους δεσμούς με την κοινωνία, στοιχείο ταυτοτικό για ένα κόμμα της αριστεράς.

Ερ.: Θεωρείτε ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να απευθύνει πρόσκληση στο Κίνημα Αλλαγής για το μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ;

Απ.: Ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί τον πόλο συσπείρωσης των αριστερών, προοδευτικών και δημοκρατικών πολιτών και αυτό καταγράφηκε στις πρόσφατες εκλογές. Σε αυτούς απευθύνεται και τους καλεί να συμπορευθούν μαζί του αλλά και να τον μπολιάσουν με την ευφυΐα και τις εμπειρίες τους για τη δημιουργία μίας όσο το δυνατόν μεγαλύτερης προοδευτικής συμμαχίας. Το άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν αφορά κάθε πολίτη. Είναι ένα κάλεσμα που απευθύνεται στην κοινωνία και όχι μία διαδικασία αναζήτησης κομματικών συμμαχιών ή συνενώσεων.

Σε ό,τι αφορά τη στάση του Κινήματος Αλλαγής, πάντως, δεν μπορώ να μην σχολιάσω ότι η ταύτιση της ηγεσίας του με τη ΝΔ σε κεντρικά ζητήματα το έχει οδηγήσει σε μία σαφή πορεία απομάκρυνσης από τον χώρο των προοδευτικών δυνάμεων. Αυτή η πορεία, που συντελείται εδώ και καιρό, μοιάζει ως μη αναστρέψιμη επιλογή για την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ.