Οι άνθρωποι της προϊστορίας είχαν την προβλεπτικότητα να φυλάνε τα κόκκαλα των ζώων που σκότωναν προκειμένου να φάνε το λιπαρό μεδούλι τους αργότερα, σε περιόδους που θα υπήρχε ανάγκη, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης, που δημοσιεύτηκαν χτες στην επιστημονική επιθεώρηση “Science Advances”, συνιστούν τις πρώτες ενδείξεις ότι οι άνθρωποι εκείνης της εποχής είχαν την ικανότητα να προγραμματίζουν το μέλλον, δηλαδή να κανουν προβλέψεις και να “βλέπουν μπροστά”. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι αποθήκευαν φαγητό για αργότερα.
“Το εύρημα αυτό αλλάζει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τους προγόνους μας, καθώς μέχρι σήμερα πιστεύαμε ότι οι πρώιμοι ανθρωπίδες δεν είχαν την ικανότητα ή έστω δεν συνήθιζαν να καταναλώνουν την τροφή τους καθυστερημένα”, δήλωσε ο Ραν Μπαρκάι από το Πανεπιστήμιο του Τελ Αβιβ, στο Ισραήλ. Συγκεκριμένα, μέχρι πρόσφατα πιστευόταν ότι οι παλαιολιθικοί άνθρωποι ήταν κυνηγοί που ζούσαν καταναλώνοντας όποιο ζώο έπιαναν την ίδια ημέρα και, όταν δεν υπήρχε αρκετή τροφή, περνούσαν μεγάλες περιόδους πείνας.
Οι επιστήμονες ανέλυσαν πάνω από 80.000 δείγματα ζωικών οστών που βρέθηκαν στο σπήλαιο Qesem, στο Ισραήλ, προκειμένου να προσδιορίσουν με ακρίβεια πώς οι προϊστορικοί άνθρωποι αποκτούσαν πρόσβαση στο μεδούλι. Σε αυτό το μέρος οι άνθρωποι ζούσαν κατά την Πλειστόκαινο, περίπου 200.000 με 400.000 χρόνια πριν.
Η ομάδα εντόπισε εγκοπές στο 78% των επιφανειών των οστών, πράγμα που συνιστά ένδειξη συντήρησης των οστών για να καταναλωθούν αργότερα. Αυτές οι εγκοπές είναι αποτέλεσμα της αυξημένης προσπάθειας που απαιτείται για την απομάκρυνση του αποξηραμένου δέρματος από οστά που έχουν για καιρό διατηρηθεί.
Οι ερευνητές επίσης εξέτασαν πώς το μεδούλι αλλάζει με την πάροδο του χρόνου, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν πράγματι παρέμενε θρεπτική τροφή. Οι επιστήμονες εξέτασαν 79 οστά από άκρα ελαφιού. Αυτά μελετήθηκαν τόσο σε φυσικές υπαίθριες συνθήκες, όσο και σε ένα εσωτερικό περιβάλλον που στόχευε στην προσομοίωση του περιβάλλοντος της σπηλιάς όπου βρέθηκαν αυτά τα οστά.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ