Το νομοσχέδιο που θα κατατεθεί το αμέσως επόμενο διάστημα στη Βουλή και εκτιμάται ότι θα πυροδοτήσει πολιτικές αντιπαραθέσεις, προβλέπει περιορισμούς στις διαδηλώσεις, όπως η κατάληψη μέρους μόνο του οδοστρώματος, ή η μερική διαφοροποίηση της πορείας της διαδήλωσης, καθώς και τη δυνατότητα η αστυνομική αρχή «λόγω σοβαρής απειλής διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής συγκεκριμένης περιοχής να υποδεικνύει ως εναλλακτική επιλογή, άλλες περιοχές κατάλληλες για τη διεξαγωγή της συνάθροισης».
Παράλληλα, το νομοσχέδιο «με την επιφύλαξη των άρθρων 170 και 189 του Ποινικού Κώδικα» προβλέπει ως ιδιώνυμο αδίκημα τη συμμετοχή σε διαδήλωση που έχει απαγορευθεί νομίμως από την αστυνομία, αλλά και την «παρεμπόδιση διεξαγωγής συνάθροισης με τέλεση βιαιοπραγιών και την παρείσφρηση σε αυτήν με σκοπό να αλλοιώσουν με βιαιοπραγίες τον ειρηνικό χαρακτήρα της», σύμφωνα με την «Καθημερινή».
Επίσης, με βάση το νομοσχέδιο:
Πρώτον, ορίζεται «οργανωτής» της κάθε συνάθροισης που αναλαμβάνει την ευθύνη για την ειρηνική πραγματοποίησή της και συνεργάζεται προς τούτο με την αστυνομία.
Δεύτερον, θεσμοθετείται, με απόφαση του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, ειδική ψηφιακή πλατφόρμα που παρέχει σε πραγματικό χρόνο ενημέρωση στους πολίτες για τις πορείες και τις σχετικές κυκλοφοριακές ρυθμίσεις.
Τρίτον, καθιερώνεται ο θεσμός του Αστυνομικού Διαμεσολαβητή που θα αποτελεί τον σύνδεσμο μεταξύ του επικεφαλής της επί τόπου αστυνομικής αρχής και του «οργανωτή» της διαδήλωσης ώστε να διασφαλίζεται η συνεργασία μεταξύ των δύο πλευρών για την ομαλή διεξαγωγή της.
Τέταρτον, είναι δυνατή η διάλυση συγκέντρωσης ή πορείας εάν αυτές πραγματοποιούνται ενώ έχει απαγορευθεί νόμιμα η διεξαγωγή τους, ή οι συμμετέχοντες δεν συμμορφώνονται με τους περιορισμούς που έχουν τεθεί.
Πέμπτον, για την απαγόρευση επικείμενης συνάθροισης καθιερώνεται αρμοδιότητα της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου Επικρατείας.
Εκτον, προβλέπεται αστική ευθύνη του «οργανωτή» για την αποκατάσταση τυχόν ζημιών. Ο «οργανωτής» απαλλάσσεται εάν είχε γνωστοποιήσει εγκαίρως τη διαδήλωση και αποδείξει ότι είχε λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την αποτροπή των ζημιών.
Οι βασικές διατάξεις του νομοσχεδίου έχουν ως εξής:
Άρθρο 1
Σκοπός
Σκοπός του παρόντος νόμου είναι η διασφάλιση της άσκησης του δικαιώματος του συνέρχεσθαι δημοσίως σε υπαίθριο χώρο, κατά τρόπο ώστε να μην εκτίθεται σε σοβαρό κίνδυνο η δημόσια ασφάλεια και να μη διαταράσσεται υπέρμετρα η κοινωνικοοικονομική ζωή ορισμένης περιοχής.
Άρθρο 2
Ορισμοί
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, νοούνται ως:
1. «Δημόσια υπαίθρια συνάθροιση» είναι η σταθερή ή κινούμενη συνάθροιση προσώπων, προσωρινής διάρκειας, που πραγματοποιείται έπειτα από προηγούμενη συνεννόηση ή πρόσκληση σε ανοικτό, μη περιτοιχισμένο χώρο, για τον ίδιο σκοπό, όπως για από κοινού διαμαρτυρία, προβολή απόψεων, διατύπωση αιτημάτων οποιουδήποτε χαρακτήρα ή λήψη σχετικών αποφάσεων.
2. «Αυθόρμητη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση» είναι η δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, που πραγματοποιείται με αφορμή την επέλευση ενός αιφνιδίου γεγονότος.
3. «Διάλυση» είναι η διακοπή της διεξαγωγής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης και η εκούσια ή μη απομάκρυνση των συναθροισθέντων, κατόπιν προφορικής ή γραπτής διαταγής της παριστάμενης αστυνομικής αρχής.
4. «Οργανωτής» είναι το φυσικό πρόσωπο ή ο νόμιμος εκπρόσωπος νομικού προσώπου ή ένωσης προσώπων που απευθύνει πρόσκληση προς το ευρύ κοινό για συμμετοχή σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση.
5. «Περιορισμοί» είναι οι υποχρεώσεις που τίθενται προς τους συμμετέχοντες, μέσω σχετικών υποδείξεων της αστυνομικής αρχής να ασκήσουν το δικαίωμά τους σύμφωνα με τις συστάσεις της. Περιορισμοί, μεταξύ άλλων, είναι η κατάληψη μέρους μόνον του οδοστρώματος ή άλλου δημόσιου ανοικτού μη περιτοιχισμένου χώρου, η μερική διαφοροποίηση της διαδρομής κινούμενης συνάθροισης, η αποβολή και απομάκρυνση από τον χώρο της συνάθροισης ατόμων τα οποία φέρουν αντικείμενα και εκδηλώνουν συμπεριφορές που θέτουν σε διακινδύνευση την ανθρώπινη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα ή τα περιουσιακά δικαιώματα των πολιτών ή τη δημόσια περιουσία, και, η μη παρακώλυση της κυκλοφορίας και της πρόσβασης σε δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμούς κοινής ωφελείας και νοσηλευτικά ιδρύματα.
Άρθρο 3
Υποχρέωση γνωστοποίησης
1. Ο οργανωτής οφείλει να γνωστοποιήσει στην κατά τόπο Γενική Αστυνομική Διεύθυνση ή Διεύθυνση Αστυνομίας, την πρόθεσή του να καλέσει το ευρύ κοινό ή ορισμένες κατηγορίες προσώπων ή αριθμό συγκεκριμένων ατόμων να συμμετάσχουν σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο.
2. Η γνωστοποίηση γίνεται εγγράφως ή μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας της Ελληνικής Αστυνομίας, σαράντα οκτώ (48) ώρες τουλάχιστον πριν από την πραγματοποίηση της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης.
3. Αυθόρμητη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση που δεν έχει γνωστοποιηθεί κατά τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους δύναται να επιτραπεί εφόσον δεν διαφαίνονται κίνδυνοι διασάλευσης της δημόσιας ασφάλειας ή σοβαρής διατάραξης της κοινωνικοοικονομικής ζωής. Στην περίπτωση αυτή η αρμόδια αστυνομική αρχή καλεί τους συμμετέχοντες να ορίσουν οργανωτή, ενώ δύναται να επιβάλει περιορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 8.
4. Με απόφαση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη θεσμοθετείται ειδική ψηφιακή πλατφόρμα μέσω της οποίας παρέχεται ενημέρωση στους πολίτες για τις τρέχουσες συναθροίσεις και λοιπές εκδηλώσεις και τις σχετιζόμενες με αυτές κυκλοφοριακές ρυθμίσεις.
Άρθρο 4
Υποχρεώσεις οργανωτή
Ο οργανωτής της συνάθροισης:
α. Συνεργάζεται άμεσα με την αστυνομική αρχή και ιδίως με τον Αστυνομικό Διαμεσολαβητή και συμμορφώνεται στις υποδείξεις τους συνδράμοντας την προσπάθεια για την τήρηση της τάξης.
β. Ενημερώνει τους μετέχοντες στη συνάθροιση για την υποχρέωσή τους να μη φέρουν και χρησιμοποιούν αντικείμενα πρόσφορα για την άσκηση βίας και ζητεί την παρέμβαση της Αστυνομίας για την απομάκρυνση ατόμων που φέρουν τέτοια αντικείμενα.
γ. Ορίζει επαρκή αριθμό ατόμων, τα οποία τον συνδράμουν στην περιφρούρηση της συνάθροισης.
Άρθρο 5
Αστυνομικός Διαμεσολαβητής
1. Κατά τη διεξαγωγή των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων ορίζεται αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας ως «Αστυνομικός Διαμεσολαβητής», ο οποίος αποτελεί τον σύνδεσμο της αστυνομικής αρχής με τον οργανωτή, ώστε να διασφαλιστεί η ομαλή διεξαγωγή της δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης.
Άρθρο 6
Υποχρεώσεις της αστυνομικής αρχής
Η κατά τόπο αρμόδια αστυνομική αρχή οφείλει να διασφαλίζει την ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι σε δημόσιο υπαίθριο χώρο, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 1 του παρόντος νόμου.
Άρθρο 7
Απαγόρευση
1. Επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση μπορεί να απαγορευθεί αν:
α. Επαπειλείται σοβαρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια, λόγω ιδιαιτέρως πιθανής, διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων ιδίως κατά της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας, της ιδιοκτησίας και της πολιτειακής εξουσίας.
β. Απειλείται σοβαρή διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής σε ορισμένη περιοχή. Στην περίπτωση αυτή, η αστυνομική αρχή υποδεικνύει ενδεικτικά, ως εναλλακτικές επιλογές, άλλες περιοχές, κατάλληλες για την πραγματοποίηση της συνάθροισης.
2. Η απόφαση για την απαγόρευση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης κοινοποιείται στον οργανωτή δώδεκα (12) τουλάχιστον ώρες νωρίτερα.
Για τη λήψη της απόφασης περί απαγόρευσης όπως και για την επιβολή περιορισμών λαμβάνονται υπόψη: (α) ο εκτιμώμενος αριθμός συμμετεχόντων, (β) η περιοχή πραγματοποίησής της, (γ) ο βαθμός επικινδυνότητας αυτής.
Άρθρο 8
Περιορισμοί
1. Επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών σε σχέση με επικείμενη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, εάν πιθανολογείται ότι η διεξαγωγή της θα διαταράξει δυσανάλογα την κοινωνικοοικονομική ζωή της συγκεκριμένης περιοχής, λόγω ιδίως των ειδικότερων κυκλοφοριακών και άλλων ιδιαίτερων τοπικών συνθηκών.
2. Επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών σε σχέση με δημόσια υπαίθρια συνάθροιση που βρίσκεται σε εξέλιξη, εάν η διεξαγωγή της προκαλεί δυσανάλογα μεγάλη διατάραξη στην κοινωνικοοικονομική ζωή της περιοχής, λόγω ιδίως του αριθμού των συμμετεχόντων.
Άρθρο 9
Διάλυση
Η διάλυση δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης που βρίσκεται σε εξέλιξη δύναται να διαταχθεί, εάν:
α. Πραγματοποιείται παρά την έκδοση απόφασης απαγόρευσης.
β. Συμμετέχοντες δεν συμμορφώνονται προς τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν σε σχέση με αυτή.
γ. Μετατρέπεται σε βίαιη ή από τη συνέχισή της προκαλείται άμεσος κίνδυνος κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας των συμμετεχόντων ή συμμετέχοντες τελούν αξιόποινες πράξεις.
δ. Πραγματοποιείται χωρίς να έχει γνωστοποιηθεί.
Άρθρο 10
Αρμοδιότητα αστυνομικής αρχής
1. Αρμόδιος για την επιβολή περιορισμών ή την απαγόρευση επικείμενης δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης καθώς και για την επιβολή περιορισμών ή τη διάλυση εν εξελίξει δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης είναι ο κατά τόπον αρμόδιος Γενικός Περιφερειακός Αστυνομικός Διευθυντής ή ο Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής ή ο Διευθυντής των Διευθύνσεων Αστυνομίας, με απλή γνώμη των οικείων δημάρχων. Η σχετική απόφαση αναρτάται στην επίσημη ιστοσελίδα της Ελληνικής Αστυνομίας. .
2. Οι αποφάσεις του παρόντος άρθρου πρέπει να είναι ειδικά αιτιολογημένες.
Άρθρο 11
Ενημέρωση εισαγγελικής αρχής
1. Οι αποφάσεις και το πρακτικό του προηγούμενου άρθρου κοινοποιούνται στην αρμόδια εισαγγελική αρχή.
Άρθρο 12
Μέσα και διαδικαστικές προϋποθέσεις
1. Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 9, η αρμόδια αστυνομική αρχή μπορεί να χρησιμοποιεί προς τούτο κάθε νόμιμο μέσο, εφόσον προηγουμένως δεν έχει καταστεί δυνατή η εκούσια συμμόρφωση και αποχώρηση των συμμετεχόντων σε συνάθροιση.
2. Τα μέσα που η αστυνομική αρχή μπορεί να χρησιμοποιήσει πρέπει, σε κάθε περίπτωση να είναι τα πρόσφορα, αναγκαία και ανάλογα σε σχέση με τις περιστάσεις, λαμβανομένων υπόψη του είδους της συνάθροισης, του αριθμού των συμμετεχόντων και των αξιόποινων πράξεων που τελούνται ή που η τέλεσή τους πιθανολογείται σοβαρά.
Άρθρο 13
Προσωρινή δικαστική προστασία
Ο οργανωτής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης που απαγορεύθηκε, δικαιούται να ζητήσει την αναστολή της εκτέλεσης της σχετικής απόφασης από την Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Άρθρο 14
Οριστική δικαστική προστασία
1. Ο οργανωτής μπορεί να ζητήσει την ακύρωση της απόφασης με την οποία απαγορεύθηκε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση με αίτηση ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.
2. Ο οργανωτής μπορεί να ζητήσει την ακύρωση της απόφασης με την οποία επιβλήθηκαν περιορισμοί στη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση ή της απόφασης με την οποία αυτή διαλύθηκε, με αίτηση ενώπιον του κατά τόπον αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου, το οποίο δικάζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό.
Άρθρο 15
Ποινικές κυρώσεις
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 170 και 189 του Ποινικού Κώδικα, όσοι μετέχουν σε δημόσια υπαίθρια συνάθροιση, η οποία έχει απαγορευθεί νόμιμα με απόφαση της αρμόδιας αστυνομικής αρχής ή παρεμποδίζουν τη διεξαγωγή δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης, τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι ενός (1) έτους.
2. Στην περίπτωση που παρεισφρέουν σε αυτήν με σκοπό να αλλοιώσουν με βιαιοπραγίες τον ειρηνικό χαρακτήρα της, τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών, αν οι πράξεις τους δεν τιμωρούνται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 170 και 189 του Ποινικού Κώδικα, όσοι δεν συμμορφώνονται προς τους περιορισμούς που επιβάλλει η παριστάμενη αστυνομική αρχή τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους. Αν οι υπαίτιοι τέλεσαν βιαιοπραγίες, τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν οι πράξεις τους δεν τιμωρούνται βαρύτερα με άλλη διάταξη.
Άρθρο 16
Αστικές κυρώσεις
1. Ο οργανωτής δημόσιας υπαίθριας συνάθροισης ευθύνεται για την αποζημίωση όσων υπέστησαν βλάβη της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της ιδιοκτησίας από τους συμμετέχοντες στη δημόσια υπαίθρια συνάθροιση. Από την ευθύνη αυτή απαλλάσσεται, εάν είχε γνωστοποιήσει εγκαίρως τη διεξαγωγή της συνάθροισης και αποδεικνύει ότι είχε λάβει όλα τα αναγκαία και πρόσφορα μέτρα για την πρόληψη και αποτροπή της ζημίας, σύμφωνα με το άρθρο 4 του παρόντος νόμου.
Πηγή: Καθημερινή