«Είχαμε μία συνάντηση που δυστυχώς έρχεται στον απόηχο της παράνομης επίσκεψης του Τούρκου Προέδρου στο κατεχόμενο βόρειο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και των προκλητικών εξαγγελιών που έγιναν ειδικά σε σχέση με την περίκλειστη πόλη των Βαρωσίων», ανέφερε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο πλαίσιο κοινών δηλώσεων αμέσως μετά τη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Αναστασιάδη.
«Οι νέες παράνομες τουρκικές ενέργειες στη Κύπρο είναι απόλυτα καταδικαστέες. Παραβιάζουν κατάφορα τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και περιφρονούν τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου», τόνισε ο πρωθυπουργός. Προσέθεσε δε ότι «επί της ουσίας υπονομεύουν και τις προσπάθειες του γενικού γραμματέα του Οργανισμού για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό. Ουσιαστικά ναρκοθετούν τις προοπτικές επίλυσης του Κυπριακού σύμφωνα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και του ευρωπαϊκού κεκτημένου».
Μάλιστα όπως χαρακτηριστικά είπε ο πρωθυπουργός, «Ούτε λίγο ούτε πολύ η Άγκυρα ισχυρίζεται ότι Αθήνα και Λευκωσία παρασύραμε όλη την υφήλιο ενώ θα έπρεπε να αναρωτηθεί πώς κατόρθωσε με τις ενέργειές της να θέσει όλη την υφήλιο απέναντί της». Και τόνισε πως «με τη διεθνή νομιμότητα στο πλευρό μας συζητήσαμε με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη τα επόμενα βήματα και τον περαιτέρω συντονισμό μας για την αντιμετώπιση της τουρκικής παραβατικότητας. Πορευόμαστε πάντα μαζί και στηρίζουμε έμπρακτα τις προσπάθειες της Κυπριακής Δημοκρατίας για την αναστροφή των τουρκικών μεθοδεύσεων στα Βαρώσια και την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού. Για την επίτευξη λύσης στη βάση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με μία κυριαρχία, μία διεθνή προσωπικότητα και μία ιθαγένεια. Όπως ακριβώς προβλέπεται στις οικείες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και πάντα σύμφωνα με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Για μία λύση όπως έχουμε τονίσει πολλές φορές, δίκαιη, λειτουργική και βιώσιμη».
Υπογράμμισε επίσης πως έχουμε επανειλημμένα και σε κάθε κατεύθυνση δηλώσει πως «οι τουρκικές αξιώσεις για αναγνώριση ισότιμου διεθνούς καθεστώτος και κυριαρχικής ισότητας της παράνομης αποσχιστικής οντότητας στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου ως προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση διαπραγματεύσεων καθώς και η λύση δύο χωριστών κρατών είναι απαράδεκτες, είναι αντίθετες προς το διεθνές δίκαιο, είναι αντίθετες προς τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και φυσικά απορρίπτονται επί της αρχής».
Μάλιστα ο πρωθυπουργός τόνισε στο σημείο αυτό πως είναι και αντίθετες με την ιδιότητα της Κύπρου ως κράτους μέλους της ΕΕ «κι εδώ πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι: κράτος μέλος της ΕΕ είναι η Κυπριακή Δημοκρατία όπως εκπροσωπείται από τη νόμιμη κυβέρνησή της. Η ΕΕ δεν πρόκειται ποτέ να δεχθεί την αποσχιστική οντότητα ως μέλος της εάν η Τουρκία και η σημερινή τουρκοκυπριακή ηγεσία επιμείνουν στα διχοτομικά σχέδιά τους. Το γεγονός αυτό φαίνεται ότι το έχει αντιληφθεί περισσότερο από κάθε άλλον η πλειονότητα των γηγενών Τουρκοκυπρίων, οι οποίοι επιθυμούν να παραμείνουν κομμάτι της ευρωπαϊκής οικογένειας γι αυτό και αντιδρούν».
Ως εκ τούτου, είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είναι προφανές ότι «η Τουρκία κλιμακώνει σταθερά την ένταση με νέα τετελεσμένα στην Κύπρο». «Με τη δημιουργία δε νέων βάσεων στα κατεχόμενα επιβεβαιώνει δυστυχώς τις ευρύτερες βλέψεις της στην Ανατολική Μεσόγειο, στη γνωστή παραβατική λογική τού δόγματος της γαλάζιας πατρίδας. Ενός δόγματος δυστυχώς βαθύτατα αναθεωρητικού και επιθετικού εις βάρος όχι μόνο της Κύπρου αλλά και άλλων χωρών της Ανατολικής Μεσογείου» τόνισε ο πρωθυπουργός.
Η Ελλάδα ουδέποτε παραιτήθηκε ή θα παραιτηθεί από το υπέρτατο δικαίωμα της αυτοάμυνας που της αναγνωρίζει ο χάρτης των Ηνωμένων Εθνών
Ανέφερε πως στη λογική αυτού του δόγματος η Τουρκία πρόσφατα εγκαλεί την Ελλάδα για την αμυντική προστασία των νησιών μας, επισημαίνοντας πως «η σχετική προκλητική επιστολή προς τα Ηνωμένα Έθνη έχει ήδη απαντηθεί» και προσέθεσε πως υπάρχει ο εξής παραλογισμός: «η Τουρκία που εισέβαλε και κατέχει το 38% της Κυπριακής Δημοκρατίας, η Τουρκία που έχει κηρύξει εις βάρος της Ελλάδος casus belli ισχυρίζεται ότι κινδυνεύει η ασφάλειά της από τα μέτρα αυτοπροστασίας της χώρας μας. Η χώρα η οποία διατηρεί απέναντι από τα νησιά μας τη στρατιά του Αιγαίου, με αποβατική ταξιαρχία, διατείνεται ότι απειλείται από την Ελλάδα. Επιτέλους χρειάζεται λίγη σοβαρότητα. Θα το πω για ακόμα μία φορά: Κάθε σπιθαμή ελληνικού εδάφους, ηπειρωτικού ή νησιωτικού, και κάθε Έλληνας πολίτης έχει το ίδιο απαράγραπτο και αναφαίρετο δικαίωμα στην ασφάλεια και την άμυνα. Η Ελλάδα ουδέποτε παραιτήθηκε ή θα παραιτηθεί από το υπέρτατο δικαίωμα της αυτοάμυνας που της αναγνωρίζει ο χάρτης των Ηνωμένων Εθνών».
Πριν ολοκληρώσει τις δηλώσεις του ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι με τον Κύπριο Πρόεδρο είχαν την ευκαιρία να μιλήσουν και για τις εξελίξεις στο μέτωπο αντιμετώπισης της πανδημίας. Ο κ. Μητσοτάκης είπε επίσης πως συνεχάρη τον Πρόεδρο της Κύπρου και για την πρόοδο των εμβολιασμών επισημαίνοντας πως είναι κοινά τα ζητήματα που αντιμετωπίζουν στο να πείσουν τους πολίτες να εμβολιαστούν.
«Νομίζω ότι η πρόκληση που αντιμετωπίζουμε πια Ελλάδα και Κύπρος αλλά και όλες οι ευρωπαϊκές χώρες είναι κοινή για το πώς θα φθάσουμε να χτίσουμε το τείχος ανοσίας και είναι κάτι που το κάνουμε πάντα με πειθώ, με επιχειρήματα και εξηγώντας στους συμπολίτες μας ότι σήμερα οι ανεμβολίαστοι κινδυνεύουν πραγματικά» είπε ο πρωθυπουργός και σημείωσε ότι «και στα ζητήματα αυτά όπως και στον συντονισμό του ανοίγματος για να μπορέσουμε να φιλοξενήσουμε επισκέπτες για την πολύ σημαντική τουριστική περίοδο να γνωρίζετε ότι είμαστε πάντα σε συντονισμό με την Κύπρο»
Ο πρωθυπουργός έκλεισε τις δηλώσεις του επισημαίνοντας πως Ελλάδα και Κύπρος πορεύονται πάντα με στόχο τη σταθερότητα και στην ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο και πάντα με διάθεση για συνεργασία με όλους και πριν απ’ όλα με τους γείτονές μας. Με τους οποίους οι δίαυλοι επικοινωνίας παραμένουν πάντα ανοιχτοί παρά τις δυσκολίες. Αλλά πάντα όμως με γνώμονα το διεθνές δίκαιο, τις ειρηνικές προθέσεις και τη συνέπεια λόγων και πράξεων. Και στη σύνθετη αυτή πραγματικότητα οφείλουμε να συνεργαστούμε και όπως πάντα να την αντιμετωπίσουμε από κοινού».
Κλείνοντας καλωσόρισε τον Κύπριο Πρόεδρο στην καλοκαιρινή Αθήνα.
Ν.Αναστασιάδης: Δεν τίθεται θέμα αποδοχής των προαπαιτουμένων που η Τουρκία θέτει, με απώτερο στόχο τη δημιουργία προϋποθέσεων για λύση δύο κρατών
Στις δικές του δηλώσεις ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης ανέφερε ότι η σημερινή συνάντησή του με τον πρωθυπουργό «ενόψει της αυριανής τριμερούς, στόχο είχε την ανταλλαγή και ενημέρωση για τα τελευταία τεκταινόμενα, τα όσα καταγράφονται μετά τις νέες έκνομες ενέργειες της Τουρκίας και ιδιαίτερα όσον αφορά την αλλαγή του καθεστώτος της περίκλειστης περιοχής της Αμμοχώστου».
«Σημειώσαμε, πέραν της αυστηρής προεδρικής δήλωσης του Συμβουλίου Ασφαλείας, στις 23 Ιουλίου, τη σημερινή εξίσου σημαντική δήλωση του ύπατου εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκ μέρους του συνόλου των κρατών, αυστηρότατη όπως και εκείνη του Συμβουλίου Ασφαλείας, μία στήριξη η οποία είναι απολύτως απαραίτητη κάτω από τις συνεχιζόμενες συμπεριφορές της Τουρκίας» σημείωσε.
Όπως είπε ο κ. Αναστασιάδης «το αντικείμενο του μεταξύ μας συντονισμού εστιάζεται και στις δράσεις που από κοινού θα αναλάβουμε ενόψει της νέας αξίωσης της Τουρκίας και της τουρκοκυπριακής ηγεσίας για την αλλαγή βάσης λύσης του Κυπριακού με την αναγνώριση κυριαρχίας στο παράνομο υποτελές μόρφωμα από την Τουρκία» και προσέθεσε:
«Μία αξίωση που θα πρέπει να πω ότι είναι κάθετα αντίθετη με το σύνολο των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών, αλλά και των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας και σίγουρα εκτός των όρων εντολής του Γενικού Γραμματέα.
Είναι αδιανόητο να αναμένει κανένας ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά μπορεί να αποδεχτεί τη δημιουργία ενός μορφώματος, δηλαδή ενός ανεξάρτητου κράτους, το οποίο θα ελέγχεται πλήρως από την Τουρκία. Και στο οποίο κατά βάση κανένα ανθρώπινο δικαίωμα ή δικαίωμα των Ελληνοκυπρίων που έχουν προσφυγοποιηθεί, των οποίων οι περιουσίες έχουν σφετεριστεί από την κατοχική Τουρκία, θα μπορεί να ελπίζει κανένας, ότι ένα ανάλογο μόρφωμα, θα μπορεί να είναι βιώσιμο ή ανεκτό είτε από τα Ηνωμένα Έθνη είτε από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μία αξίωση που όπως αντιλαμβάνεστε είναι -όπως έχω προαναφέρει- κάθετα αντίθετη και με τις θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με τον φίλο πρωθυπουργό, έχουμε επίσης συμφωνήσει, ότι θα ενταθούν οι προσπάθειες έτσι ώστε το συντομότερο, να δημιουργηθούν εκείνες οι συνθήκες που θα επιτρέψουν στον Γενικό Γραμματέα να προχωρήσει στην σύγκληση μιας νέας Συνόδου για το Κυπριακό με ουσιαστικό διάλογο, με δημιουργικό διάλογο, έτσι ώστε να καταλήξουμε σε μια βιώσιμη λειτουργική λύση η οποία θα επιτρέψει επιτέλους να συμβιώσουμε ειρηνικά με τους συμπατριώτες μας, πέραν και μακριά από εγγυήσεις ή εξαρτήσεις σαν αποτέλεσμα των εγγυήσεων, της παρουσίας κατοχικών στρατευμάτων».
Στο σημείο αυτό, ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας τόνισε πως θέλει να καταστήσει σαφές «για πολλοστή φορά πως δεν τίθεται θέμα αποδοχής των προαπαιτουμένων που η Τουρκία θέτει, με απώτερο στόχο τη δημιουργία προϋποθέσεων για λύση δύο κρατών».
«Την ίδια ώρα θέλω να επαναλάβω την ετοιμότητα, αποφασιστικότητα και πολιτική βούληση, να συμμετάσχω σε ένα διάλογο που θα επαναρχίσει από εκεί όπου είχε διακοπεί στο Κραν Μοντανά. Η τουρκική αδιαλλαξία οδήγησε στην αποτυχία του Κραν Μοντανά, η εμμονή στη συνέχιση των εγγυήσεων, η εμμονή στην παρουσία κατοχικών στρατευμάτων και η δημιουργία στρατιωτικής βάσεως -κάτι που διαφαίνεται να υλοποιείται με τα σημερινά σχέδια- δεν επέτρεψε, δυστυχώς, όταν είχαμε φτάσει σε σημαντικό βαθμό προόδου όσον αφορά την επίλυση του Κυπριακού, να έχει επιτυχές τέλος εκείνη η συνάντηση.
Αυτό που επιδιώκουμε, αυτό που ζητούμε από τον Γενικό Γραμματέα είναι να επαναρχίσει ο διάλογος, όχι ψάχνοντας να βρούμε κοινό έδαφος, γιατί κοινό έδαφος υπάρχει: Είναι τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, είναι οι όροι εντολής του Γενικού Γραμματέα. Δεν μπορεί να εκφύγουμε από τα πλαίσια όπως έχουν καθοριστεί.
Την ίδια ώρα βεβαίως θα πρέπει να πω ότι σαν αποτέλεσμα της άριστης συνεργασίας που έχουμε με την κυβέρνηση, τον πρωθυπουργό, τον υπουργό Εξωτερικών, είναι αποδεδειγμένο ότι επιτυγχάνουμε και αυτό που το δίκιο υπαγορεύει: Την ισχυρή καταδίκη, τις ισχυρές αποφάσεις όσον αφορά τις έκνομες ενέργειες της Τουρκίας. Και δεν είναι γιατί η Ελλάδα ή η Κύπρος είναι υπερδυνάμεις, αλλά είναι γιατί έχουμε ακριβώς ως ασπίδα ή ως όπλο το Διεθνές Δίκαιο. Αυτό είναι που πρέπει ο κ. Ερντογάν να αναλογιστεί και να δει πώς προσαρμόζεται επιτέλους με το Διεθνές Δίκαιο, τιμώντας, αν μη τι άλλο, τα όσα υπόσχεται ή εκστομεί κατά καιρούς περί της νομιμότητας των ενεργειών του ή των δράσεων που η Τουρκία μέσα στα πλαίσια μιας νεο-οθωμανικής αντίληψης επιδιώκει».
Ολοκληρώνοντας τις δηλώσεις του ο Πρόεδρος Αναστασιάδης επισήμανε ότι είχαν την ευκαιρία «όπως ορθώς αναφέρθηκε από τον πρωθυπουργό, να συζητήσουμε και τα της πανδημίας, τα όσα ο λαός αντιμετωπίζει, τα προβλήματα που οι χώρες μας αντιμετωπίζουν και όχι μόνο. Είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, που αυτό που υπαγορεύει είναι επιτέλους να γίνει συνείδηση στον καθένα ότι επιβάλλεται από την ώρα που η επιστήμη έχει προσφέρει το αντίδοτο, το όπλο αντιμετώπισης της πανδημίας, να το αξιοποιήσει ο καθένας. Είναι θέμα ατομικής αλλά και κοινωνικής ευθύνης απέναντι στο σύνολο. Οι από κοινού προσπάθειες προς τον λαό τής κάθε μιας χώρας είναι μέσα στα πλαίσια που καθορίζει και η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Διεθνής Οργανισμός Υγείας. Και συνεπώς όσοι, για όποιους λόγους, που είναι ελεύθεροι να σκέφτονται και έτσι να πράττουν, δειλιούν ή αντιστέκονται εις αυτό που υπαγορεύει η ιατρική επιστήμη θα πρέπει να κάνουν δεύτερες σκέψεις για το καλό των ιδίων, για το καλό της υγείας των πολλών, για το καλό της οικονομίας της χώρας».
Ο Νίκος Αναστασιάδης ευχαρίστησε τον πρωθυπουργό «για τη φιλοξενία, αλλά και για τη σημαντική βοήθεια στα προβλήματα που η Κύπρος αντιμετωπίζει» και ανέφερε ότι θα έχουν την ευκαιρία να συναντηθούν και αύριο σε μία σειρά από εκδηλώσεις, όπως είναι η Διακοινοβουλευτική του Ελληνισμού, η Τριμερής με την Ιορδανία, είτε αργότερα το βράδυ στις εκδηλώσεις της ΑΧΕΠΑ.
Στη διάρκεια της συνάντησης αντηλλάγησαν απόψεις για τα επόμενα βήματα και τον περαιτέρω συντονισμού Ελλάδας-Κύπρου προκειμένου να αντιμετωπιστεί η τουρκική παραβατικότητα και οι τουρκικές προσπάθειες επιβολής τετελεσμένων όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, η διευθύντρια του Διπλωματικού γραφείου του Πρωθυπουργού, πρέσβης Ελένη Σουρανή και ο διευθυντής του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού, Δημήτρης Τσιόδρας.
Από κυπριακής πλευράς συμμετείχαν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Μάριος Πελεκάνος, ο πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ελλάδα, Κυριάκος Κεννεβέζος και ο αρμόδιος για το Κυπριακό στο Διπλωματικό γραφείο του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Παντελής Παντελίδης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ