Η πρώτη εξέταση αίματος που μπορεί να προβλέψει, ακόμη και χρόνια πριν την εκδήλωση των συμπτωμάτων, την εμφάνιση και στη συνέχεια την εξέλιξη της νόσου ή χορείας του Χάντινγκτον, μιας γενετικής νευροεκφυλιστικής πάθησης, ανέπτυξε μια διεθνής ομάδα επιστημόνων.
Οι ερευνητές από τη Βρετανία, τη Σουηδία, τη Γαλλία, την Ολλανδία, τις ΗΠΑ και τον Καναδά, με επικεφαλής τον δρα Έντουαρντ Γουάιλντ του Κέντρου Νευρολογίας του University College του Λονδίνου, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό νευρολογίας The Lancet Neurology, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Είναι η πρώτη φορά που εντοπίστηκε ένας δυνητικός βιοδείκτης αίματος που ανιχνεύει τη νόσο Χάντινγκτον τόσο ισχυρά» δήλωσε ο Γουάιλντ.
Οι επιστήμονες ελπίζουν ότι με τη βοήθεια του νέου ελέγχου θα δοκιμάσουν νέες θεραπείες για τη συγκεκριμένη πάθηση, η οποία είναι θανατηφόρα και μέχρι στιγμής ανίατη.
Η εξέταση μετρά το επίπεδο μιας πρωτεΐνης (neurofilament light chain), η οποία απελευθερώνεται από τα κατεστραμμένα κύτταρα του εγκεφάλου των ασθενών λόγω της νόσου.
Οι ερευνητές, που παρακολούθησαν 366 ασθενείς επί τρία χρόνια σε διάφορες χώρες, διαπίστωσαν ότι το επίπεδο της εν λόγω πρωτεΐνης αυξάνεται σταδιακά κατά την πορεία της νόσου.
Μέχρι σήμερα οι καλύτεροι δείκτες που υπάρχουν για την παρακολούθηση της νόσου είναι είτε η νευροαπεικόνιση είτε η μέτρηση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού, όμως και οι δύο αυτές μέθοδοι είναι πιο ακριβές και δύσκολες σε σχέση με μια εξέταση αίματος.