Η περιοχή της Μεσογείου, η οποία επλήγη τον φετινό Ιούλιο από υψηλές θερμοκρασίες ρεκόρ και δασικές πυρκαγιές έχει χαρακτηρισθεί από τους επιστήμονες hotspot της Κλιματικής Αλλαγής. Οι παραλίες, τα οστρακοειδή και οι ιστορικές τοποθεσίες της Μεσογείου που εκτείνεται από την νότια Ευρώπη μέχρι την βόρεια Αφρική και την δυτική Ασία απειλούνται.
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες απειλές για την περιοχή της Μεσογείου, όπως τις κατέταξε η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC/GIEC) του ΟΗΕ;
Φονικοί καύσωνες
Όπως και ορισμένες περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ασίας, η Μεσόγειος πλήττεται από ακραία υψηλές θερμοκρασίες τις τελευταίες εβδομάδες. Οι θερμοκρασίες στην Σικελία και την Σαρδηνία μπορεί να ξεπεράσουν το ευρωπαϊκό ρεκόρ των 48,8 ° C.
«Τα κύματα καύσωνα αυξάνονται εξαιτίας της Κλιματικής Αλλαγής στην Μεσόγειο και μεγεθύνονται στις πόλεις εξαιτίας των πολιτικών της αστικοποίησης», προκαλώντας ασθένειες και θανάτους, αναφέρεται στην έκθεση της IPCC για το 2022 με θέμα τις συνέπειες της Κλιματικής Αλλαγής και την Προσαρμογή.
Μελέτη του 2010 του Πανεπιστημίου της Βέρνης είχε υπολογίσει ότι η ένταση, η διάρκεια και ο αριθμός των κυμάτων καύσωνα στην ανατολική Μεσόγειο έχουν πολλαπλασιασθεί κατά 6 ή 7 φορές σε σχέση με την δεκαετία του 1960.
Απειλές για τα σιτηρά και τις ελιές
Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Stanford ανέδειξαν το γεγονός ότι «το μεγαλύτερο μέρος των καλλιεργειών της Μεσογείου υφίσταται ήδη σημαντικές αρνητικές συνέπειες εξαιτίας της Κλιματικής Αλλαγής.
Ήδη φέτος, οι αγρότες της βόρειας Αφρικής προετοιμάζονται για φτωχή συγκομιδή ζωοτροφών, σιτηρών και κηπευτικών εξαιτίας της ξηρασίας.
Το νερό και η πολιτική
Η έκθεση της Διακυβερνητική Επιτροπή έχει προειδοποιήσει ότι η Κλιματική Αλλαγή θα επιδείνωνε τις ελλείψεις νερού στις περισσότερες περιοχές της Μεσογείου.
Προβλέπει μείωση μέχρι και κατά 45% των αποθεμάτων νερού στις λίμνες και τους ταμιευτήρες κατά την διάρκεια του αιώνα και μέχρι και κατά 55% μείωση της διαθεσιμότητας των υδάτων επιφανείας στην βόρεια Αφρική. Ταυτόχρονα, «τα χερσαία οικοσυστήματα καθώς και τα οικοσυστήματα γλυκού νερού πλήττονται από την Κλιματική Αλλαγή στην Μεσόγειο προκαλώντας απώλεια οικοτόπων και βιοποικιλότητας».
Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Ξηρασίας, ο υδροφόρος ορίζοντας στο ήμισυ των περιοχών της Μεσογείου βρίσκονταν ήδη σε χαμηλά επίπεδα των Ιούνιο.
Σε πολιτικό επίπεδο, η ξηρασία στην Ισπανία προκάλεσε εντάσεις πριν από τις εκλογές της 23ης Ιουλίου.
Άνοδος της στάθμης θάλασσας
Η στάθμη της θάλασσας στην περιοχή της Μεσογείου αυξήθηκε κατά 2,8 mm ετησίως κατά τις τελευταίες δεκαετίες, απειλώντας παράκτιες περιοχές και πόλεις σαν την Βενετία, που πλήττεται όλο και συχνότερα από πλημμύρες.
«Η άνοδος τη στάθμης της θάλασσας πλήττει ήδη τα παράκτια ύδατα της μεσογειακής περιμέτρου και αναμένεται να αυξήσει τον κίνδυνο πλημμυρών, αποσάθρωσης του εδάφους, και αλάτωσης των ακτών», προειδοποιεί η IPCC.
«Τα φαινόμενα αυτά μπορεί να επηρεάσουν την γεωργία, την αλιεία και τις υδατοκαλλιέργειες, την αστική ανάπτυξη, τις λιμενικές λειτουργίες, τον τουρισμό, τους αρχαιολογικούς χώρους και πλήθος παράκτιων οικοσυστημάτων».
Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη
Η Κλιματική Αλλαγή δεν απειλεί μόνο τις πλαζ, τα τουριστικά κοσμήματα της Μεσογείου. Το σύνολο των υδάτινων οικοσυστημάτων, καθώς και τα οικοσυστήματα παροχής τροφής που εξαρτώνται από αυτά μπορεί να πληγούν επίσης.
«Από την δεκαετία του 1980, δραστική αλλαγή συντελέσθηκε εντός των μεσογειακών οικοσυστημάτων, με την μείωση της βιοποικιλότητας σε συνδυασμό με την άφιξη χωροκατακτητικών ξένων ειδών.
Ανάμεσά τους το λαγόψαρο, τροπικής προέλευσης, που καταβροχθίζει τα φύκια και θαλάσσια χόρτα των βυθών της Μεσογείου, στερώντας από άλλα θαλάσσια είδη πολύτιμους πόρους.
Βάσει του σεναρίου της υπερθέρμανσης του πλανήτη άνω των +1,5 ° C σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, περισσότερου του 20% των ψαριών και των οστρακοειδών που αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης στην ανατολική Μεσόγειο μπορεί να εξαφανισθούν κατά περιοχές έως το 2060 και τα εισοδήματα από την αλιεία να μειωθούν κατά μέχρι 30% μέχρι το 2050, προειδοποιούν οι επιστήμονες.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ