Μεγάλες ποσότητες παράνομων υδροφθορανθράκων (φρέον) που διακινούνταν μέσω εταιρειών στην ελληνική αγορά, ενώ αυτές αποτελούσαν προϊόν απομίμησης και δεν είχαν λάβει την απαιτούμενη άδεια, εντόπισαν κατάσχεσαν και επέβαλαν τα ανάλογα πρόστιμα σε Θεσσαλία και Πελοπόννησο οι ελεγκτές μεικτών κλιμακίων ελέγχου.
Συγκεκριμένα οι έλεγχοι πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο αξιοποίησης πληροφοριών και επιβλήθηκαν τα παρακάτω πρόστιμα:
— Σε αποθήκες στην περιοχή της Πελοποννήσου εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν 8.247 κιλά απομιμητικών υδροφθορανθράκων. Στις επιχειρήσεις πού διακινούσαν τις ανωτέρω ποσότητες επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 106.500 ευρώ. Ο ιδιοκτήτης των εταιριών συνελήφθη από την ΕΛΑΣ και θα ακολουθηθεί η αυτόφωρη διαδικασία.
– Σε αποθήκες στην περιοχή της Θεσσαλίας εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν 6.270 κιλά παράνομων υδροφθορανθράκων, τα οποία δεν είχαν την απαραίτητη άδεια, όπως επίσης και 1.046 κιλά προϊόν απομίμησης. Στην επιχείρηση επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 100.000 ευρώ.
Τα κατασχεθέντα προϊόντα απομιμητικών υδροφθορανθράκων (φρέον) είναι απαγορευμένα καθώς αποτελούν επικίνδυνα για το περιβάλλον προϊόντα σύμφωνα με τον 517/14 Κανονισμό του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του Συμβουλίου τής Ευρώπης.
Τα κατασχεθέντα 15.609 κιλά θα μεταφερθούν με ειδικά οχήματα μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων σε ειδική μονάδα ανακύκλωσης στην Ολλανδία.
Ο υπουργός Ανάπτυξης, Κώστας Σκρέκας, δήλωσε: «Η Κυβέρνησή μας στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς όλους. Δεν πρόκειται να ανεχθούμε κανένα φαινόμενο παραβατικότητας. Η προστασία των καταναλωτών, του περιβάλλοντος και η ορθή λειτουργία της αγοράς στο πλαίσιο της νομιμότητας, αποτελεί κεντρική μας δέσμευση που θα υλοποιηθεί από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς του κράτους, με κάθε τρόπο».
Οι ελεγκτές ήταν της Διϋπηρεσιακής Μονάδας Ελέγχου της Αγοράς (ΔΙΜΕΑ) του υπουργείου Ανάπτυξης σε συνεργασία με την υποδιεύθυνση Περιουσιακών Δικαιωμάτων της Ασφάλειας Αττικής της ΕΛΑΣ, την Ελεγκτική Υπηρεσία Τελωνείων Αττικής (ΕΛΥΤ) και την Κινητή Ομάδα Ελέγχου (ΚΟΕ) Ηγουμενίτσας του υπουργείου Οικονομικών και με τη συνδρομή της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης Απάτης (OLAF).
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ