To Vitara πάντα μας άρεσε κι εξακολουθεί να μας αρέσει και στην τελευταία εκδοχή του, που πιστεύουμε ότι είναι πολύ καλά προσαρμοσμένη στην ελληνική πραγματικότητα. Είναι ευκολοδήγητο και ασφαλές, ικανοποιητικό ποιοτικά, έχει καλούς χώρους για επιβάτες σε περιορισμένες εξωτερικές διαστάσεις, πλούσιο εξοπλισμό και επαρκείς εκτός δρόμου δυνατότητες στην τετρακίνητη έκδοση. Σχετικά με τη συγκεκριμένη πλήρως υβριδική έκδοση, η άποψή μας είναι ότι αποτελεί μία «αναγκαστική» προσθήκη στη γκάμα του μοντέλου λόγω των τάσεων της εποχής και απευθύνεται κυρίως σε αυτούς που δίνουν απόλυτη προτεραιότητα ακόμα και σε μια περιορισμένη μείωση της κατανάλωσης. Διαφορετικά, η ήπια υβριδική έκδοση είναι σαφώς καλύτερη, έχοντας μεγαλύτερη δύναμη και καλύτερες επιδόσεις, αλλά και μεγαλύτερο χώρο αποσκευών που ανταποκρίνεται σ’ ένα πιο «οικογενειακό» χαρακτήρα, τον οποίο όλο και περισσότερο διεκδικούν στην Ελλάδα τα μικρά SUV.
Εσωτερικό
Χωρίς να ξεφεύγει σε μέγεθος από το πλαίσιο της κατηγορίας των μικρών SUV (μήκος 4,175 μ.), το Vitara προσφέρει επαρκείς χώρους για τέσσερα άτομα. O χώρος αποσκευών, όμως, στην υβριδική έκδοση είναι μικρότερος και περιορίζεται στα 289 λίτρα. Ενώ, λοιπόν, οι χώροι επιβατών θυμίζουν καλό μικρομεσαίο οικογενειακό αυτοκίνητο, ο χώρος αποσκευών δημιουργεί κάποιους περιορισμούς στην εξυπηρέτηση των οικογενειακών αναγκών, θυμίζοντας χώρο αποσκευών σούπερ μίνι της κατηγορίας B. Πολύ καλοί είναι οι χώροι για μικροπράγματα στο εσωτερικό του, ενισχύοντας μία εικόνα πρακτικότητας που σίγουρα ταιριάζει σ’ ένα αυτοκίνητο ελεύθερου χρόνου. Το εσωτερικό είναι καλά φτιαγμένο, με καλή ποιότητα συναρμολόγησης και σαφώς λειτουργικό, ενώ μετά την ανανέωση του μοντέλου είναι βελτιωμένο και σε επίπεδο υλικών και συνολικής αίσθησης, χωρίς βεβαίως να προσφέρει κάποια εικόνα πολυτέλειας. Η θέση οδήγησης είναι αρκετά καλή, υπάρχουν πολλές ρυθμίσεις για το κάθισμα και το τιμόνι, αλλά η ρύθμιση της πλάτης είναι κλιμακωτή και όχι συνεχής.
Η τιμή του αυτοκινήτου στην τετρακίνητη έκδοση που δοκιμάσαμε ξεκινάει από 28.32.230 ευρώ με ιδιαίτερα πλούσιο στάνταρ εξοπλισμό που περιλαμβάνει ESP με hill holder, σύστημα προειδοποίησης επικείμενης σύγκρουσης και αυτόματου φρεναρίσματος, σύστημα αναγνώρισης τυφλού σημείου, σύστημα προειδοποίησης οπίσθιας διασταυρούμενης κυκλοφορίας, σύστημα προειδοποίησης αλλαγής λωρίδας και υποβοήθησης διατήρησης στη λωρίδα, σύστημα προειδοποίησης εκτροπής αυτοκινήτου, σύστημα αναγνώρισης σημάτων κυκλοφορίας, 7 αερόσακους, αυτόματο κλιματισμό, ηλεκτρικά παράθυρα, κεντρικό κλείδωμα με τηλεχειρισμό, ηλεκτρικά ρυθμιζόμενους και θερμαινόμενους καθρέφτες, προσαρμοζόμενο cruise control, κάμερα οπισθοπορείας, αυτόματα φώτα και καθαριστήρες, προβολείς τεχνολογίας LED, προβολείς ομίχλης, θερμαινόμενα καθίσματα εμπρός, ηλεκτρική πόρτα χώρου αποσκευών, ζάντες αλουμινίου, υπολογιστή ταξιδιού, ηχοσύστημα με Bluetooth και χειριστήρια στο τιμόνι, σύστημα start-stop, σύστημα ελέγχου πίεσης ελαστικών κλπ.
Κινητήρας-κιβώτιο
Η πλήρως υβριδική έκδοση χρησιμοποιεί βενζινοκινητήρα 1.5 με 102 ίππους και ηλεκτροκινητήρα με 33 ίππους, με μέγιστη συνδυασμένη ισχύ 116 ίππων και συνδυάζεται με αυτόματο κιβώτιο 6 ταχυτήτων. Στην πράξη ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στις ανάγκες του αυτοκινήτου, ιδιαίτερα στις ενδιάμεσες επιταχύνσεις όπου η ροπή του ηλεκτροκινητήρα συνεισφέρει στην καλύτερη απόκριση, σίγουρα όμως αυτή η υβριδική έκδοση έχει λιγότερο καλές επιδόσεις (0-100 χλμ./ώρα σε 13,5”) από αυτή με το ήπιο υβριδικό σύστημα 48V, που έχει βεβαίως και μεγαλύτερη ισχύ. Το σύστημα επιλογής τρόπου οδήγησης έχει και επιλογή «σπορ» για κατέβασμα ταχύτητας πιο άμεσα στο πάτημα του γκαζιού και για αλλαγές ταχυτήτων σε υψηλότερους αριθμούς στροφών, κάτι που δίνει μια δυνατότητα για λίγο ταχύτερους ρυθμούς, χωρίς πάντως να μεταβάλλει θεαματικά την εικόνα του συστήματος. Το αυτόματο κιβώτιο πραγματοποιεί ομαλές αλλαγές και συνδυάζεται αρκετά καλά με τον κινητήρα, προσφέροντας βεβαίως και πιο ξεκούραστη οδήγηση στην πόλη.
Συνολικά θα λέγαμε ότι αυτή η υβριδική έκδοση έχει μάλλον μια πιο «αστική» εικόνα σε σχέση με την ήπια υβριδική 1.4 48V, η οποία ανταποκρίνεται πιο άνετα σε κάθε είδους δρόμο και σε κάθε είδους φορτίο. Αλλά και σε ό,τι αφορά την κατανάλωση, οι διαφορές δεν είναι μεγάλες, με την ήπια υβριδική έκδοση να προσφέρει μια οικονομία που δεν ξεπερνάει (με πολύ προσεκτική οδήγηση) το 1 λίτρο/100 χλμ. σε σύγκριση με την ήπια υβριδική (κάτι που οφείλεται και στο γεγονός ότι έχει αυτόματο κιβώτιο, που επιβαρύνει την κατανάλωση σε σύγκριση με το χειροκίνητο της ήπιας υβριδικής). Άλλωστε και οι τυποποιημένες εκπομπές CO2 έχουν μικρή διαφορά (132-133 g/km για το υβριδικό αντί για 131-136 g/km για το 1.4 48V) κάτι που επιβεβαιώνει την μικρή διαφορά που διαπιστώσαμε στην κατανάλωση. Στην πόλη δύσκολα πέφταμε αισθητά κάτω από τα 8 λίτρα/100 χλμ., ενώ σε διαδρομή με σχετικά χαλαρό ρυθμό στην παραλιακή της Αττικής έξω από τον αστικό ιστό, καταφέραμε να πέσουμε στα 6,5 λίτρα/100 χλμ.
Οδηγώντας
Η σταθερότητα του Vitara στον δρόμο είναι πολύ καλή και η συμπεριφορά του αρκετά ακριβής, χάρη και στην τετρακίνηση. Η απόκριση στις εντολές του οδηγού είναι πολύ ικανοποιητική, η ποιότητα κύλισης πολύ καλή και συνολικά το αυτοκίνητο ιδιαίτερα ευκολοδήγητο και ευχάριστο στο δρόμο. Φυσικά ως εκτός δρόμου γέρνει περισσότερο από ένα σεντάν, αλλά προφανώς ένα τέτοιο αυτοκίνητο δεν διεκδικεί σπορ χαρακτήρα. Ούτως ή άλλως είναι απολύτως προβλέψιμο και ευκολοδήγητο, το τιμόνι είναι ένας καλός συμβιβασμός σε αίσθηση για το διπλό χαρακτήρα του αυτοκινήτου και είναι απολύτως αποδεκτό στην άσφαλτο, ενώ απολύτως ικανοποιητικά είναι και τα φρένα.
Το σύστημα τετρακίνησης δεν είναι τόσο «καθαρόαιμο» όσο του πρώτου Vitara, αφού δεν έχει «βοηθητικό» κιβώτιο με κοντές σχέσεις, αλλά βρίσκεται πιο κοντά στη σύγχρονη πραγματικότητα χάρη στην εξέλιξη των ηλεκτρονικών. Χρησιμοποιεί ηλεκτρομαγνητικό συμπλέκτη στο ρόλο του κεντρικού διαφορικού, που προσφέρει 4 επιλογές στον οδηγό: Auto, που εμπλέκει την τετρακίνηση μόνο όταν χρειάζεται, Sport, που είναι βελτιστοποιημένη για δρόμους με συνεχείς στροφές, Snow, που χρησιμοποιεί συνεχώς τετρακίνηση σε ολισθηρές επιφάνειες, και “Lock” για το κλείδωμα του μεσαίου «διαφορικού» σε δύσκολες επιφάνειες, όπως λάσπη και χιόνι. Επιπλέον το αυτοκίνητο έχει και ηλεκτρονικό σύστημα ελέγχου κατάβασης, που ενισχύει ακόμα περισσότερο τις εκτός δρόμου δυνατότητές του, όπως και η αυξημένη απόστασή του από το έδαφος, που φτάνει τα 18,5 εκατοστά. Επιπλέον το αυτόματο κιβώτιο γίνεται εδώ πλεονέκτημα, γιατί -όπως,όλα τα αυτόματα- είναι καλύτερα προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις της κίνησης εκτός δρόμου. Έτσι, οι δυνατότητες που προσφέρει τελικά το τετρακίνητο Vitara εκτός ασφάλτου θα καλύψουν τη μεγάλη πλειοψηφία των ελλήνων οδηγών. Τέλος, η άνεση βρίσκεται σε πολύ καλά επίπεδα για την κατηγορία.
ΝΙΚΟΣ ΣΑΛΤΑΣ