Στην Ολομέλεια της Βουλής σήμερα το ν/σ για την «ισότητα στον πολιτικό γάμο»

Η επέκταση της δυνατότητας σύναψης γάμου και σε πρόσωπα του ιδίου φύλου, υλοποιεί τη συνταγματική αρχή της ελευθερίας και τη συνταγματική αρχή της ισότητας, αναφέρει η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής στην έκθεσή της επί του νομοσχεδίου «Ισότητα στον πολιτικό γάμο, τροποποίηση του Αστικού Κώδικα και άλλες διατάξεις».

Το νομοσχέδιο εισάγεται στην Ολομέλεια σήμερα Τετάρτη και η Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής αποφάσισε να διατεθούν έως και δύο ημέρες, για τη συζήτηση και ψήφιση του.

Τις προηγούμενες ημέρες, κατά την επεξεργασία του σχεδίου νόμου στις επιτροπές της Βουλής, «ναι», επί της αρχής δήλωσαν οι εισηγητές της Νέας Δημοκρατία, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, της Νέας Αριστεράς και της Πλεύσης Ελευθερίας. Κατά του νομοσχεδίου, με διαφορετική οπτική και επιχειρηματολογία, δήλωσαν το ΚΚΕ, η Ελληνική Λύση, η Νίκη και οι Σπαρτιάτες.

Η Επιστημονική Υπηρεσία, στην έκθεσή της που αναρτήθηκε, στον ιστότοπο της Βουλής, αναφέρει μεταξύ άλλων ότι:

-«Με το άρθρο 3 του νοµοσχεδίου (Σύναψη γάμου από πρόσωπα του ίδιου φύλου – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 1350 Αστικού Κώδικα) τροποποιείται το άρθρο 1350 παρ. 1 ΑΚ, και ορίζει ότι ο γάµος συνάπτεται µεταξύ δύο προσώπων διαφορετικού ή ίδιου φύλου. Με την εν λόγω επέκταση της δυνατότητας σύναψης γάµου και σε πρόσωπα του ίδιου φύλου, το νοµοσχέδιο υλοποιεί τη συνταγµατική αρχή της ελευθερίας (άρθρο 5 παρ. 1 Συντ.) και τη συνταγµατική αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Συντ.), σύµφωνα µε την οποία, από συνταγµατική άποψη, το νοµοθετικό αυτό πλαίσιο (της διαφοράς φύλου ως στοιχείου για το υποστατό του γάµου) δεν κείται εκτός των ορίων των άρθρων 4 παρ. 1, για την αρχή της ισότητας, και 5 παρ. 1, για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας. Κατ’ εφαρµογή του άρθρου 21 παρ. 1 του Συντάγµατος, οι νέες ρυθµίσεις οργανώνουν µορφές έννοµης αναγνώρισης και προστασίας και σε άλλες περιπτώσεις σχέσεων που εµπίπτουν στην έννοια της οικογένειας, σύµφωνα και µε τη νοµολογία του ΕΔΔΑ. Σηµειωτέον ότι το Συµβούλιο της Επικρατείας, επιβεβαιώνοντας τη συµβατότητα της καθιέρωσης του συµφώνου συµβιώσεως ανεξαρτήτως φύλου των µερών µε το άρθρο 21 του Συντάγµατος, δέχεται ότι η εν λόγω συνταγµατική διάταξη έχει προεχόντως κατευθυντήριο χαρακτήρα και ερµηνεύεται σε συνδυασµό µε τις συνταγµατικές αρχές της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, της ισότητας και της προστασίας της ιδιωτικής ζωής».

-Ως προς το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επισηµαίνεται ότι τα θέµατα της προσωπικής κατάστασης, στην οποία υπάγονται οι σχετικοί µε τον γάµο κανόνες, αποτελεί τοµέα που εµπίπτει στην αρµοδιότητα των κρατών µελών. Υπό την έννοια αυτή, το ευρωπαϊκό δίκαιο δεν επιβάλλει, αλλά επιτρέπει, τη θέσπιση από τα κράτη µέλη ρυθµίσεων για τον γάµο µεταξύ προσώπων του ίδιου φύλου.

-Με σειρά αποφάσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), ορίζεται ότι τα κράτη µέλη υποχρεούνται να αναγνωρίζουν τον γάµο µεταξύ προσώπων του ίδιου φύλου που έχει συναφθεί εντός άλλου κράτους µέλους, προς τον σκοπό άσκησης των δικαιωµάτων που αντλούν από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

-Αντιστοίχως, έχει γίνει δεκτό ότι αν το πιστοποιητικό γέννησης ενός παιδιού αναφέρει δύο γονείς του ίδιου φύλου (µε ένα εκ των δύο Ευρωπαίο πολίτη), πρέπει «το σύνολο των κρατών µελών» να αναγνωρίζει τη σχέση γονέα παιδιού, δηλαδή να αναγνωρίζει αµφότερους τους αναφερόµενους ως γονείς, για την άσκηση των ελευθεριών του δικαίου της Ένωσης.

-Ως προς την Ευρωπαϊκή Σύµβαση Δικαιωµάτων του Ανθρώπου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι τα συµβαλλόµενα κράτη έχουν την υποχρέωση να αναγνωρίζουν και να προστατεύουν µε νοµικό καθεστώς τις οικογενειακές σχέσεις των οµόφυλων ζευγαριών, η επιλογή όµως ως προσήκουσας αναγνώρισης, µεταξύ γάµου και, κατ’ ελάχιστο, αστικής ενώσεως, εναπόκειται στο εθνικό δίκαιο.

Ως προς την υιοθεσία, η Επιστημονική Υπηρεσία επισημαίνει ότι η ισχύουσα νοµοθεσία (τόσο ο ΑΚ όσο και ο ν. 4356/2015) δεν ρυθµίζει τη δυνατότητα υιοθεσίας από οµόφυλο ζεύγος. Από τη σιωπή του νοµοθέτη, ο οποίος αν και γνώριζε το ζήτηµα, δεν το ρύθµισε, συνάγεται ότι δεν χωρεί ανάλογη εφαρµογή των σχετικών διατάξεων στο σύµφωνο συµβίωσης όσον αφορά την κοινή υιοθεσία ανήλικου τέκνου.

-Ως προς την ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, στην έκθεση επισημαίνεται ότι ενδεχομένως εγείρεται ζήτηµα άνισης µεταχείρισης οµόφυλων έγγαµων προσώπων, ανάλογα µε το αν πρόκειται για ζεύγος γυναικών ή ανδρών ,κατά παράβαση του άρθρου 4 παρ. 2 Συντ.

-Το άρθρο 11 του Νοµοσχεδίου (Γονεϊκή σχέση που έχει δημιουργηθεί στο εξωτερικό) καταλαµβάνει όχι µόνο γονεϊκές σχέσεις που έχουν καταχωρισθεί σε δηµόσια έγγραφα ή δικαστική απόφαση τρίτης χώρας έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, αλλά και γονεϊκές σχέσεις που θα δηµιουργηθούν και θα καταχωρισθούν, κατά τα ανωτέρω, στο µέλλον. Υπό την έννοια αυτή, και ανεξαρτήτως της νοµικής υποχρέωσης αναγνώρισής τους, δυνάµει της ΕΣΔΑ και της νοµολογίας του ΕΔΔΑ, γεννάται προβληµατισµός αν µε την προτεινόµενη ρύθµιση τυγχάνουν, κατ’ αποτέλεσµα, δυσµενέστερης µεταχείρισης Έλληνες πολίτες στην ηµεδαπή, η ίδρυση γονεϊκών σχέσεων των οποίων δεν αναγνωρίζεται από το ελληνικό δίκαιο ή έχει κριθεί άκυρη, επειδή λαµβάνει χώρα µε τρόπο που δεν ρυθµίζεται ή δεν επιτρέπεται από το εθνικό δίκαιο, µολονότι αυτοί τελούν υπό όµοιες, κατά τα λοιπά, συνθήκες.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ