Πλεόνασμα ύψους 4,493 δισ. ευρώ εμφάνισε ο προϋπολογισμός το α’ τρίμηνο εφέτος, έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 616 εκατ. ευρώ και πρωτογενούς πλεονάσματος 2,987 δισ. ευρώ για την ίδια περίοδο το 2024. Σημειώνεται ότι ποσό 1,423 δισ. ευρώ που αφορά σε ετεροχρονισμό πληρωμών του τακτικού προϋπολογισμού και ποσό 696 εκατ. ευρώ που αφορά σε ετεροχρονισμό των επενδυτικών δαπανών, δεν επηρεάζουν το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης σε δημοσιονομικούς όρους.
Επιπλέον, από τα φορολογικά έσοδα, ποσό ύψους 890 εκατ. ευρώ της πρώτης δόσης του ΕΝΦΙΑ που εισπράχθηκε τον Μάρτιο είχε προβλεφθεί ότι θα εισπραχθεί τον Απρίλιο, ενώ ποσό ύψους 342 εκατ. ευρώ φορολογικών εσόδων του Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου προσμετράται δημοσιονομικά στο 2024. Εξαιρώντας τα ανωτέρω ποσά, η υπέρβαση στο πρωτογενές αποτέλεσμα σε τροποποιημένη ταμειακή βάση, έναντι των στόχων του προϋπολογισμού, εκτιμάται σε 526 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται, ότι σε αυτό το ποσό περιλαμβάνεται και ενδεχόμενη είσπραξη μέρους του φόρου εισοδήματος που είχε προβλεφθεί ότι θα εισπραχθεί τους επόμενους μήνες, λόγω του ότι τέθηκε σε λειτουργία ήδη από τα μέσα Μαρτίου η εφαρμογή για την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων.
Επισημαίνεται, ότι το πρωτογενές αποτέλεσμα σε δημοσιονομικούς όρους διαφέρει από το αποτέλεσμα σε ταμειακούς όρους. Επιπρόσθετα, τα ανωτέρω αφορούν στο πρωτογενές αποτέλεσμα της Κεντρικής Διοίκησης και όχι στο σύνολο της Γενικής Κυβέρνησης, που περιλαμβάνει και τα δημοσιονομικά αποτελέσματα των Νομικών Προσώπων και των υποτομέων των ΟΤΑ και ΟΚΑ.
Ειδικά, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών:
Την περίοδο Ιανουάριου-Μαρτίου 2025, το ύψος των καθαρών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε σε 17,691 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 1,816 δισ. ευρώ ή 11,44 % έναντι του στόχου που έχει περιληφθεί για το αντίστοιχο διάστημα στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2025. Σημειώνεται, ότι σε αυτό το ποσό εμπεριέχονται: α) Η πρώτη δόση του ΕΝΦΙΑ που είχε προβλεφθεί αρχικά να εισπραχθεί τον Απρίλιο, εκτιμώμενου ποσού 890 εκατ. ευρώ και β) τόσο στα έσοδα (στην κατηγορία «Πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών») όσο και στις επιστροφές φόρων (ΦΠΑ), το ποσό των 784,8 εκατ. ευρώ από τις συναλλαγές που απαιτήθηκε να γίνουν κατά τον Ιανουάριο 2025 για την ολοκλήρωση της νέας Σύμβασης Παραχώρησης της Αττικής Οδού, οι οποίες αφορούν στο 2024 και είναι δημοσιονομικά ουδέτερες.
Τα έσοδα από φόρους ανήλθαν σε 16,896 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1,830 δισ. ευρώ ή 12,1% έναντι του στόχου κυρίως εξαιτίας: α) Της είσπραξης τον Μάρτιο της πρώτης δόσης του ΕΝΦΙΑ, που είχε προβλεφθεί ότι θα εισπραχθεί τον Απρίλιο, όπως προαναφέρθηκε και β) της καλύτερης απόδοσης στην είσπραξη των φόρων του τρέχοντος έτους (ΦΠΑ, ΕΦΚ κ.λπ.) και της καλύτερης απόδοσης των φόρων εισοδήματος του προηγούμενου έτους που εισπράττονται σε δόσεις έως και το τέλος Φεβρουαρίου 2025. Σημειώνεται, ότι το μεγαλύτερο μέρος των φορολογικών εσόδων του διμήνου Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου επηρεάζει σε δημοσιονομικούς όρους το 2024. Συνεπώς, εξαιρώντας ύψος φορολογικών εσόδων 342 εκατ. ευρώ του Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου που προσμετράται δημοσιονομικά στο 2024, καθώς και ποσό ύψους 890 εκατ. ευρώ της πρώτης δόσης του ΕΝΦΙΑ που είχε προβλεφθεί ότι θα εισπραχθεί τον Απρίλιο, η υπέρβαση των φορολογικών εσόδων την περίοδο Ιανουαρίου-Μαρτίου 2025 που προσμετράται δημοσιονομικά στο 2025, έναντι των στόχων του προϋπολογισμού, εκτιμάται σε 598 εκατ. ευρώ. Σε αυτό το ποσό περιλαμβάνεται και ενδεχόμενη είσπραξη μέρους του φόρου εισοδήματος που είχε προβλεφθεί ότι θα εισπραχθεί τους επόμενους μήνες, λόγω του ότι τέθηκε σε λειτουργία ήδη από τα μέσα Μαρτίου η εφαρμογή για την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων.
Η ακριβής κατανομή μεταξύ των κατηγοριών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού θα πραγματοποιηθεί με την έκδοση του οριστικού δελτίου.
Οι επιστροφές εσόδων ανήλθαν σε 2,414 δισ. ευρώ και ενσωματώνουν το ποσό επιστροφής ΦΠΑ ύψους 784,8 εκατ. ευρώ από τη νέα Σύμβαση Παραχώρησης της Αττικής Οδού, όπως προαναφέρθηκε, το οποίο δημοσιονομικά επηρεάζει το 2024. Αν εξαιρεθεί αυτό το ποσό, οι επιστροφές φόρων ανήλθαν σε 1,629 δισ. ευρώ και είναι μειωμένες κατά 103 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου (1,732 δισ. ευρώ), που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2025.
Τα έσοδα του ΠΔΕ ανήλθαν σε 1,320 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 315 εκατ. ευρώ από τον στόχο (1,635 δισ. ευρώ), που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2025.
Τον Μάρτιο, το σύνολο των καθαρών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε στα 5,948 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 1,646 δισ. ευρώ έναντι του μηνιαίου στόχου.
Τα έσοδα από φόρους ανήλθαν σε 5,016 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 1,324 δισ. ευρώ ή 35,8% έναντι του στόχου. Αυτή η αύξηση οφείλεται κυρίως στην είσπραξη της πρώτης δόσης του ΕΝΦΙΑ που είχε προβλεφθεί αρχικά ότι θα εισπραχθεί τον Απρίλιο, εκτιμώμενου ποσού 890 εκατ. ευρώ.
Οι επιστροφές εσόδων ανήλθαν σε 555 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 66 εκατ. ευρώ από τον στόχο (490 εκατ. ευρώ).
Τα συνολικά έσοδα του ΠΔΕ ανήλθαν σε 1,131 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 291 εκατ. ευρώ από τον στόχο (840 εκατ. ευρώ).
Οι δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού για την περίοδο του Ιανουαρίου-Μαρτίου ανήλθαν στα 16,086 δισ. ευρώ και παρουσιάζονται μειωμένες κατά 2,152 δισ. ευρώ έναντι του στόχου (18,238 δισ. ευρώ), που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2025. Επίσης είναι μειωμένες, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024, κατά 781 εκατ. ευρώ.
Στο σκέλος του Τακτικού Προϋπολογισμού οι πληρωμές παρουσιάζονται μειωμένες έναντι του στόχου κατά 1,456 δισ. ευρώ, γεγονός που οφείλεται κυρίως στον ετεροχρονισμό των μεταβιβαστικών πληρωμών προς τους ΟΚΑ και των ταμειακών πληρωμών των εξοπλιστικών προγραμμάτων κατά 978 και 445 εκατ. ευρώ, αντίστοιχα. Σημειώνεται, ότι τα προαναφερθέντα ποσά δεν επηρεάζουν το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης σε δημοσιονομικούς όρους.
Αξιοσημείωτες πληρωμές είναι οι μεταβιβάσεις προς τα νοσοκομεία και τις ΥΠΕ-ΠΕΔΥ ύψους 455 εκατ. ευρώ, καθώς και η μεταβίβαση ύψους 400 εκατ. ευρώ για την κάλυψη κόστους παροχής υπηρεσιών κοινής ωφελείας στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας (ΥΚΩ), σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 55 του Ν. 4508/2017 (Α’ 200).
Οι πληρωμές στο σκέλος των επενδυτικών δαπανών ανήλθαν στα 1,791 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 696 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2025. Ταυτόχρονα, παρουσιάζονται μειωμένες σε σχέση με τις αντίστοιχες πληρωμές του 2024 κατά 1,021 δισ. ευρώ.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ