Τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στη Νέα Σμύρνη, την Κυριακή και την Τρίτη, μονοπώλησαν τη συνέντευξη του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη, στον τηλεοπτικό σταθμό «Αντ1».
«Η χώρα μας δεν έχει την πολυτέλεια της μισαλλοδοξίας και του διχασμού, είναι πραγματικά σοκαριστικά όσα βιώσαμε χθες», σημείωσε εισαγωγικώς ο υπουργός Επικρατείας και ζήτησε, «με τον ίδιο καταδικαστέο τρόπο για οποιαδήποτε υπερβάλλουσα βία εκ μέρους της αστυνομίας, όπως τα φαινόμενα που είδαμε την Κυριακή, με τον ίδιο και ακόμη πιο έντονο τρόπο να καταδικάζουμε όλα τα καλέσματα μίσους τα οποία έχουμε».
Όπως χαρακτηριστικά κατήγγειλε δε, «υπήρξε χθες ένα κάλεσμα μίσους από μερίδα κοινωνίας που φαίνεται να επενδύει σήμερα στο διχασμό, μια μερίδα νεοαγανακτισμένων, για τους οποίους η ενότητα της Πολιτείας δεν αποτελεί αγαθό» με την ταυτόχρονη επισήμανση, «η φράση, “η βία φέρνει βία”, συνιστά το απόλυτο άλλοθι του διχασμού (…) η λογική “οικοδομούμε πάνω στη βία” είναι κίνδυνος στα θεμέλια της Πολιτείας».
Πιο αναλυτικά, για τις συνθήκες που έγινε το περιστατικό της Κυριακής στη Νέα Σμύρνη, ο υπουργός υπογράμμισε ότι «αμέσως επιλήφθηκε η Εισαγγελία, η Αστυνομία, ο Συνήγορος του Πολίτη», με την παράλληλη διαβεβαίωση ότι «θα αποδοθούν στο ακέραιο οι ευθύνες».
Ενώ «όλα αυτά που ακούσθηκαν χθες, “να πεθάνουν”, “να τους εξοντώσουμε”» ανάγονται σε μια παθολογία που «δεν μπορεί να γίνει ανεκτή». Πάντως, πρόσθεσε, «δεν συμψηφίζω ούτε αυτό που έγινε την Κυριακή με αυτό που έγινε χθες, ούτε δημιουργώ συνθήκη ώσμωσης μεταξύ αυτών που προέβησαν χθες σε έκνομες πράξεις και των φιλήσυχων πολιτών που ήθελαν να εκδηλώσουν τη δυσαρέσκειά τους».
Όπως εξάλλου επιχειρηματολόγησε στη συνέχεια, «υπάρχουν κομμάτια της κοινωνίας και της πολιτικής που επενδύουν στην αγανάκτηση», χαρακτηρίζοντας «αδιανόητη» τη συλλογική στοχοποίηση της Αστυνομίας. «Βεβαίως υπάρχουν μεμονωμένα φαινόμενα και αυτή η κυβέρνηση έχει δημιουργήσει το θεσμικό πλαίσιο για τον έλεγχο αυτών», αντέτεινε και ζήτησε καταλλαγή και μετριοπάθεια, καθώς «προέχει η ενότητα της κοινωνίας». Ενώ κατήγγειλε, από την άλλη, «φαινόμενα που υποσκάπτουν την ομαλότητα στη χώρα και ο καθένας πρέπει να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί».
Στη συνέχεια της τηλεοπτικής συνέντευξης ο Γ. Γεραπετρίτης επέκρινε το γεγονός ότι μέσα στην τρέχουσα συγκυρία με την πίεση που δημιουργεί η πανδημία «πολιτικές παρατάξεις και συλλογικότητες επέλεξαν να προβούν σε ενέργειες που θέτουν ακόμη και εαυτόν σε κίνδυνο (…) το “αναλαμβάνω το ρίσκο” που ανέφερε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στη συνέχεια να κρύβομαι πίσω από τα κρούσματα και να καταδικάζω το ότι πιέζεται το σύστημα υγείας, είναι απλά μια υποκρισία», ανέφερε ακόμη στρέφοντας τα βέλη του και κατά του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Αλέξη Τσίπρα.
Ερωτηθείς για την επιτροπή Αλιβιζάτου, θύμισε ότι αυτή συστήθηκε από την παρούσα κυβέρνηση, έκανε την αξιολόγησή της και υπέβαλε το πόρισμά της, το οποίο «έχει ληφθεί απολύτως υπ’ όψιν, έχουν ενσωματωθεί όλες οι παρατηρήσεις, έχουν ασκηθεί πειθαρχικές διώξεις και έχουν επιβληθεί κυρώσεις». Ταυτόχρονα, «για πρώτη φορά στη Μεταπολίτευση η παρούσα κυβέρνηση με νόμο που έφερε στη Βουλή έχει εισαγάγει ένα νέο πλαίσιο για τη διερεύνηση φαινομένων βίας, με την εμπλοκή του Συνηγόρου του Πολίτη». Δεν είναι μόνον η ίδια η Αστυνομία που διενεργεί τους ελέγχους, αλλά «ένα ανεξάρτητο Συνταγματικό όργανο, με εχέγγυα απόλυτης αμεροληψίας, και στο οποίο διαβιβάζονται όλες οι καταγγελίες. Έχει δικαιώματα να ασκεί προανακριτικές πράξεις και να παρακολουθεί όλες τις διεργασίες εντός της Αστυνομίας. Είναι το πιο αυστηρό και ανεξάρτητο πλαίσιο για πρώτη φορά στην Ελλάδα», επέμεινε ο Γ. Γεραπετρίτης.
Επανερχόμενος στο θέμα της πολιτικής αντιπαράθεσης, μίλησε όμως για «τη στήριξη που παρέχεται στον καταδικασμένο κ. Κουφοντίνα, στους καταληψίες σε πανεπιστημιακά ιδρύματα – οι εικόνες από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο δεν παραπέμπουν προφανώς σε φοιτητές, αν δείτε την πρόσοψη του κατειλημμένου κτιρίου θα δείτε ότι τα αιτήματα είναι μακριά από το πανεπιστήμιο – όλη αυτή η επένδυση που έγινε στα γεγονότα των τελευταίων ημερών προφανώς και συνιστά πολιτική ενθάρρυνση εκ μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης», υποστήριξε χαρακτηριστικά και επικαλέστηκε το χθεσινό «επίσημο κάλεσμα της Νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ, προφανώς δεν αναφέρομαι ότι τα επεισόδια προέκυψαν από εκεί», διευκρίνισε, «αυτά προέκυψαν από μεμονωμένους και άλλους χώρους, δεν παύει όμως η ρητορική που καλλιεργείται, να είναι μια ρητορική συλλογικής αφύπνισης έντασης της κοινωνίας».
Ενώ στο ερώτημα αν καλώς βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας δημοσιοποίησε τα στοιχεία του πολίτη που εδάρη την Κυριακή, απάντησε πως «υπήρξε δημοσιοποίηση ενός βίντεο που κυκλοφόρησε ευρέως χωρίς διακριτικά, οπότε μπορεί ο καθένας μπορεί να αναγνωρίσει τον οποιονδήποτε», εν τέλει «τα στοιχεία διακινήθηκαν από εκείνους που διακίνησαν το οπτικό υλικό μεταξύ των οποίων και ο ΣΥΡΙΖΑ».
Ερωτηθείς τέλος για την κοινοβουλευτική συζήτηση κορυφής την ερχόμενη Παρασκευή και το κλίμα μέσα στο οποίο αυτή θα διεξαχθεί, ο υπουργός Επικρατείας ήταν κατηγορηματικός: «δεν επιθυμώ, και σίγουρα και ο πρωθυπουργός δεν επιθυμεί, μια συζήτηση που να μην είναι παραγωγική. Το μήνυμα του πρωθυπουργού (σ.σ. χθες) ήταν στο πλαίσιο ενότητας όχι διχασμού. Είναι αδιανόητο να αποδίδονται σήμερα εκφράσεις, όπως “χούντα”, “φασίστες”, “δολοφόνοι”, “παιδεραστές” με τέτοια ευκολία, έχουμε χάσει το μέτρο», ανέφερε διαβεβαιώνοντας εν κατακλείδι ότι «η αναγκαία μετριοπάθεια θα υποστηριχθεί από την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ