Η αύξηση της θερμοκρασίας της Αρκτικής συνδέεται με ψυχρότερους χειμώνες

Μια νέα μελέτη δείχνει ότι η αύξηση των ακραίων χειμερινών καιρικών συνθηκών σε ορισμένες περιοχές των ΗΠΑ, συνδέεται με την επιταχυνόμενη αύξηση της θερμοκρασίας της Αρκτικής.

Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η θέρμανση στην περιοχή τελικά διατάραξε το κυκλικό μοτίβο των ανέμων που είναι γνωστό ως πολική δίνη. Έτσι, το ψυχρότερο χειμερινό ρεύμα κατευθύνθηκε προς τις ΗΠΑ, όπως έγινε και με το κύμα ψύχους στο Τέξας, τον περασμένο Φεβρουάριο. Οι συγγραφείς της μελέτης τονίζουν ότι η αύξηση της θερμοκρασίας θα φέρει περισσότερους κρύους χειμώνες σε ορισμένες περιοχές.

Τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, οι δορυφορικές καταγραφές έχουν δείξει πώς η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας είχε βαθιά επίδραση στην Αρκτική. Η αύξηση της θερμοκρασίας στην περιοχή είναι πολύ πιο έντονη από ό,τι στον υπόλοιπο κόσμο και έχει προκαλέσει ταχεία συρρίκνωση των θερινών θαλάσσιων πάγων.

Οι επιστήμονες ανησυχούν εδώ και καιρό για τις επιπτώσεις αυτής της ενίσχυσης της παγκόσμιας αλλαγής στον υπόλοιπο πλανήτη. Αυτή η νέα μελέτη δείχνει ότι η αύξηση της θερμοκρασίας στην Αρκτική έχει σημαντικό αντίκτυπο στον χειμερινό καιρό τόσο στη Βόρεια Αμερική όσο και στην Ανατολική Ασία.

Οι ερευνητές περιγράφουν λεπτομερώς μια πολύπλοκη μετεωρολογική αλυσίδα που συνδέει αυτή τη θερμότερη περιοχή με ένα περιστρεφόμενο μοτίβο ψυχρού αέρα, γνωστό ως πολική δίνη. Δείχνουν ότι το λιώσιμο των πάγων στις θάλασσες Μπάρεντς και Κάρα οδηγεί σε αυξημένες χιονοπτώσεις πάνω από τη Σιβηρία και σε μεταφορά πλεονάζουσας ενέργειας που επηρεάζει τους στροβιλιστικούς ανέμους στη στρατόσφαιρα, πάνω από το Βόρειο Πόλο. Η θερμότητα προκαλεί τελικά μια επιμήκυνση της δίνης, η οποία στη συνέχεια επιτρέπει τη ροή εξαιρετικά ψυχρού καιρού προς τις ΗΠΑ.

Η αύξηση αυτών των γεγονότων, παρατηρούνται από το 1979 που ξεκίνησαν οι δορυφορικές παρατηρήσεις. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι αυτή η διαδικασία διάτασης της δίνης οδήγησε στο θανατηφόρο κύμα ψύχους στο Τέξας τον προηγούμενο Φεβρουάριο.

«Υποστηρίζουμε ότι το λιώσιμο των θαλάσσιων πάγων στη βορειοδυτική Ευρασία, σε συνδυασμό με τις αυξημένες χιονοπτώσεις στη Σιβηρία, οδηγεί σε ενίσχυση της διαφοράς θερμοκρασίας από τα δυτικά προς τα ανατολικά σε ολόκληρη την ευρασιατική ήπειρο», εξήγησε ο επικεφαλής συγγραφέας Δρ Τζούντα Κοέν, ο οποίος είναι καθηγητής στο Τεχνολογικό Κέντρο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ) και διευθυντής της εταιρείας Atmospheric and Environmental Research.

«Γνωρίζουμε ότι όταν αυξάνεται αυτή η διαφορά θερμοκρασίας, διαταράσσεται η πολική δίνη. Η αποδυνάμωσή της οδηγεί σε πιο ακραία χειμερινά καιρικά φαινόμενα, όπως το κύμα ψύχους στο Τέξας».

Οι ερευνητές λένε ότι τα ευρήματά τους βασίζονται τόσο σε παρατηρήσεις όσο και σε μοντελοποίηση και δείχνουν μια φυσική σχέση μεταξύ της κλιματικής αλλαγής στην Αρκτική, της επέκτασης της πολικής δίνης και των επιπτώσεων στη στεριά.

Οι συγγραφείς πιστεύουν ότι η μελέτη τους θα μπορούσε να βελτιώσει τις προβλέψεις σχετικά με την εμφάνιση ακραίων ψυχρών χειμερινών φαινομένων.

«Ένα από τα οφέλη αυτής της μελέτης είναι ότι αν αναγνωρίσεις αυτούς τους παράγοντες και τις συνθήκες που μπορούν να πυροδοτήσουν ένα τέτοιο γεγονός, τότε έχεις τη δυνατότητα να επεκτείνεις τον χρόνο πρόβλεψης», τόνισε ο Δρ Κοέν.

«Στο Τέξας, οι άνθρωποι θα μπορούσαν σίγουρα να είχαν προετοιμαστεί καλύτερα με καλύτερες προειδοποιήσεις. Για παράδειγμα, κάποιοι άνθρωποι πάγωσαν μέχρι θανάτου στα σπίτια τους ενώ θα μπορούσαν ίσως να είχαν πάει να αναζητήσουν καταφύγιο», πρόσθεσε.

«Υπήρχε μια μακροχρόνια φαινομενική αντίφαση μεταξύ των θερμότερων θερμοκρασιών σε παγκόσμιο επίπεδο, ωστόσο, σήμερα υπάρχει μια φαινομενική αύξηση των ακραίων ψυχρών θερμοκρασιών στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη βόρεια Ευρασία.

«Αυτή η μελέτη βοηθά στην επίλυση αυτής της αντίφασης», δήλωσε ένας από τους συγγραφείς της μελέτης και καθηγητής, Τσέιμ Γκαρφίνκελ, από το Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ.

«Στο παρελθόν, αυτά τα ψυχρά ακραία φαινόμενα πάνω από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογήσουν τη μη μείωση του άνθρακα, αλλά δεν υπάρχει πλέον καμία δικαιολογία για να μην αρχίσει αμέσως η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου».

Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science.

ΠΗΓΗ: ΕΡΤ