ΕΕ: Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας κερδίζει έδαφος, με ισχυρή ανάπτυξη

Οικονομία

Ισχυρή ανάπτυξη 7,1% το 2021 και 5,2% το 2022, προβλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Ελλάδα στις φθινοπωρινές οικονομικές της προβλέψεις, που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα, αναθεωρώντας προς τα πάνω τις προβλέψεις της για το 2021, σε σύγκριση με αυτές του Ιουλίου (4,3%) και ελαφρώς προς τα κάτω για το 2022 (6%).

Σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας κερδίζει έδαφος, κυρίως λόγω της εγχώριας ζήτησης και της καλύτερης από το αναμενόμενο τουριστικής σεζόν.

Ο αντίκτυπος της πανδημίας αναμένεται να αμβλυνθεί σταδιακά, ενώ η διευκολυντική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, σε συνδυασμό με την ισχυρή ώθηση από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, πρόκειται να διατηρήσουν τη δυναμική στο μέλλον. Τα μέτρα στήριξης έκτακτης ανάγκης προσαρμόζονται στις εξελισσόμενες ανάγκες της οικονομίας και αναμένεται να καταργηθούν σε μεγάλο βαθμό έως το τέλος του 2021, υποστηρίζοντας τη μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης.

«Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας κέρδισε δυναμική το 2021», τονίζει η Επιτροπή. Το δεύτερο τρίμηνο του 2021 η ελληνική οικονομία ανέκαμψε σημαντικά κατά 3,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Το πραγματικό ΑΕΠ έφτασε στα προπανδημικά επίπεδα το δεύτερο τρίμηνο του 2021. Η ανάκαμψη οφείλεται στην εγχώρια ζήτηση, ιδίως στις επενδύσεις, και στη συσσώρευση αποθεμάτων, ενώ η συνεχιζόμενη δημοσιονομική τόνωση διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στη στήριξη της οικονομίας. Οι αρχές συνεχίζουν να παρέχουν στοχευμένη και προσωρινή στήριξη στην οικονομία, ιδίως για τη διατήρηση της απασχόλησης. Το ποσοστό της ανεργίας μειώθηκε το καλοκαίρι, υποστηριζόμενο και από περισσότερες προσλήψεις στον τουριστικό τομέα.

Η οικονομική δραστηριότητα κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2021 αναμένεται επίσης να υποστηριχθεί από την έναρξη υλοποίησης έργων που παρουσιάζονται στο σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας. Συνολικά, το ΑΕΠ προβλέπεται να ανακάμψει κατά 7,1% το 2021 και να αυξηθεί κατά 5,2% και 3,6% το 2022 και το 2023, αντίστοιχα. Η ανάπτυξη το 2022 και το 2023 αναμένεται να οδηγηθεί από δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, καθώς η ανάπτυξη έργων στο πλαίσιο του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αναμένεται να διατηρήσει τη δυναμική.

Σε ό,τι αφορά τον εξωτερικό τομέα, η επαναλειτουργία του τουρισμού νωρίτερα τον Μάιο, υποστηριζόμενη αργότερα από την άρση των περιορισμών κινητικότητας σε ολόκληρη την ΕΕ κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, κατάφερε να στηρίξει τις εξαγωγές στον τομέα των υπηρεσιών. Μαζί με τα κέρδη του μεριδίου αγοράς για τις εξαγωγές ελληνικών αγαθών, ο εξωτερικός τομέας αναμένεται να συνεχίσει να παρέχει στήριξη στην ανάπτυξη στο μέλλον.

Τα μέτρα στήριξης της απασχόλησης αναμένεται να συνεχίσουν να βοηθούν την απασχόληση σε ευάλωτους τομείς, ενώ η ανάκαμψη της οικονομίας αναμένεται να επιταχύνει τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να μειωθεί στο 15,3% το 2021 και να συνεχίσει την πτώση του στο 15,0% και 14,5% το 2022 και το 2023 αντίστοιχα.

Παρά την τρέχουσα αύξηση των τιμών της ενέργειας, ο συνολικός πληθωρισμός είναι πιθανό να παραμείνει ελαφρώς θετικός το 2021, σε μεγάλο βαθμό λόγω της χαμηλής ζήτησης κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους. Ο πληθωρισμός αναμένεται να κορυφωθεί το 2022, φθάνοντας στο 1,0%, επίσης λόγω της προβλεπόμενης ενίσχυσης της ζήτησης για υπηρεσίες. Καθώς οι παροδικές επιπτώσεις των τιμών της ενέργειας εξασθενούν, ο πληθωρισμός προβλέπεται να υποχωρήσει στο 0,4% το 2023.

Οι προβλέψεις της Επιτροπής εξακολουθούν να υπόκειται σε κινδύνους, ιδίως σε σχέση με την αβέβαιη εξέλιξη της πανδημίας και τις πιθανές επιπτώσεις της στον τουριστικό τομέα, ή τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις από τον μεγάλο αριθμό μέτρων έκτακτης ανάγκης που επεκτάθηκαν στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό αφορά επίσης τον ρυθμό με τον οποίο καταργούνται σταδιακά τα προγράμματα στήριξης της απασχόλησης. Οι εξωτερικοί γεωπολιτικοί παράγοντες παραμένουν, επίσης, πηγή αβεβαιότητας.

Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας αναμένεται στο (-9,9%) του ΑΕΠ το 2021 λόγω των δημοσιονομικών επιπτώσεων της οικονομικής ύφεσης και του κόστους των μέτρων που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση της επιδημίας του κορωνοϊού. Ο δημοσιονομικός αντίκτυπος των μέτρων αναμένεται να φθάσει το 6,5% του ΑΕΠ το 2021 και τα περισσότερα από αυτά αναμένεται να καταργηθούν σταδιακά μέχρι το τέλος του έτους. Το κόστος των μέτρων ανακούφισης και στήριξης που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση των εκτεταμένων δασικών πυρκαγιών τον Αύγουστο συμβάλλει περαιτέρω στο έλλειμμα. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε επίσης μέτρα για την εξουδετέρωση των επιπτώσεων της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας, η οποία θα συνδυαστεί με τα αυξημένα έσοδα του λογαριασμού του συστήματος εμπορίας εκπομπών που προορίζονται για δαπάνες που σχετίζονται με την ενέργεια.

Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να μειωθεί στο (-3,9%) του ΑΕΠ το 2022 και στο (-1,1%) το 2023. Η βελτίωση οφείλεται κυρίως στην οικονομική ανάκαμψη και ενισχύεται από τη σταδιακή κατάργηση των περισσότερων έκτακτων μέτρων. Ο δημοσιονομικός αντίκτυπος των μέτρων στήριξης που εγκρίθηκαν το 2021 και παρατάθηκαν έως το 2022 είναι 1,5% του ΑΕΠ και συγκεκριμένα: χαμηλότερες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, αναστολή του φόρου κοινωνικής αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα, παράταση του προγράμματος επιδότησης προσλήψεων και μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ για εισιτήρια μεταφοράς, ποτών και κινηματογράφου έως τα μέσα του 2022.

Οι προβλέψεις της Επιτροπής λαμβάνουν υπόψη το πρόσθετο πακέτο μέτρων φορολογικής ελάφρυνσης που ανακοίνωσε η κυβέρνηση με αναμενόμενο ετήσιο κόστος περίπου 0,1% του ΑΕΠ. Η απόφαση της κυβέρνησης να προεφοδιάσει μέρος των παραδόσεων του προγράμματος αμυντικών δαπανών από την περίοδο 2023-2025 έως το 2022 επιφέρει, επίσης, επιδείνωση του ισοζυγίου κατά 0,1% του ΑΕΠ το 2022. Η οικονομική ανάκαμψη και η λήξη των έκτακτων μέτρων αναμένεται να μειώσει περαιτέρω το ονομαστικό έλλειμμα στο 1,1% του ΑΕΠ το 2023. Το δημόσιο χρέος αναμένεται να μειωθεί στο 203% του ΑΕΠ το 2021 και να μειωθεί περαιτέρω σε περίπου 197% το 2023, υποστηριζόμενο από την οικονομική ανάκαμψη.

Τέλος, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι δημοσιονομικοί κίνδυνοι παραμένουν σημαντικοί. Η πιθανή ενεργοποίηση των κρατικών εγγυήσεων που εκδίδονται ως μέρος των μέτρων στήριξης θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του δημοσιονομικού κόστους. Επιπρόσθετους κινδύνους εγκυμονούν οι δικαστικές υποθέσεις κατά της Εταιρείας Ακινήτων του Δημοσίου και η εκκρεμής απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την αναδρομική αποζημίωση για περικοπές στις επικουρικές συντάξεις και τα εποχικά επιδόματα. Περαιτέρω κίνδυνοι σχετίζονται με τη στατιστική ταξινόμηση πρόσφατων ή προγραμματισμένων ρυθμίσεων χρηματοοικονομικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος πώλησης και μίσθωσης για ακίνητα που ανήκουν σε ευάλωτους οφειλέτες.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ